Saturday, February 24, 2007

"United 93", του Paul Greengrass

Διαβάζοντας τους τίτλους τέλους, χωρίς να έχω μετακινηθεί ούτε εκατοστό από τη θέση μου -νομίζω δεν είχα πάρει καν αναπνοή- έβλεπα τα γράμματα να πέφτουν: «As himself», μου υπενθύμιζαν, δίπλα σε πολλά ονόματα. Όχι, δεν ήταν διάσημα cameos που έριχναν λίγη από τη λάμψη τους σε αυτή την σκληρή και δυσπεπτη ταινία. Ήταν οι άνθρωποι που τα έζησαν, που συμμετείχαν σ’αυτά τα γεγονότα.
Δεν χρειάζονταν οι τίτλοι για να μου το υπενθυμίσουν. Ούτε να διαβάσω για άλλη μια φορά την ανεστραμμένη ημερομηνία 9/11 στα γράμματα του τέλους. Γιατί κάθε δευτερόλεπτο που την παρακολουθούσα, ήξερα πως αναφέρεται σε κάτι πραγματικό. Και το επαναλάμβανα στον εαυτό μου, μήπως και το συνηθίσει.
Απομαγνητοφωνημένες συνομιλίες, μαύρα κουτιά, πλάνα ειδήσεων.
Και εγω για άλλη μια φορά στην απέναντι πλευρά της οθόνης να κοιτάω με ανοιχτό το στόμα. Και να μην το πιστεύω. Για άλλη μια φορά.
Όπως εκείνο το μεσημέρι, που τρώγοντας το μεσημεριανό μου μπροστά στην τηλεόραση, έβλεπα τους συγκεχυμένους και τρομοκρατημένους τίτλους να περνάνε μπορστά στην οθόνη μαζί με πρωτόγνωρες εικόνες που, μαζί με τα δράματα που ακολούθησαν (και εξακολουθούν), λίγο καιρό αργότερα θα γίνονταν αυτονόητο μέρος της συλλογικής μνήμης: Σα να γεννηθήκαμε έχοντας αυτές τις εικόνες σφηνωμένες στο μυαλό μας. Έχοντας αυτή την αντίληψη για τον κόσμο. Σαν να μην υπήρχε ο κόσμος πριν.
Έχουν περάσει 6 χρόνια. Πολύ μικρό διάστημα για να γυρίσεις πίσω και να μπορέσεις να δεις κάτι τέτοιο αντικειμενικά. Ήδη έχουν πέσει πολλοί στην παγίδα. Γιατί δεν είναι μόνο το ίδιο το γεγονός. Είναι η οπτική. Είναι η ίδια η αντίληψη μας για τον κόσμο. Mετά από εκείνη την ημέρα -και δεν είναι απλά μια φράση κλισε-, βλέπουμε τα πάντα διαφορετικά. Σχεδόν μανιχαϊστικά. Οι μεν δαιμονοποιούν τους δε, σαν να ήταν από πάντα έτσι, σαν να υπήρχε μια προαιώνια διαμάχη Καλού και Κακού.
Ο Greengrass δεν το έκανε. Γύρισε στο σημείο μηδέν, σε εκείνη τη μέρα που ο κόσμος άριχσε να βλέπει τα πάντα διαφορετικά και τον κοίταξε όπως πριν. Σαν να συμβαίνουν τα πάντα για πρώτη φορά μπροστά στην κάμερά του, σαν ντοκυμανταιρ: Πλήρως αποδραματοποιημένη, χωρίς μουσική υπόκρουση, η κάμερά του παρακολουθεί σαν εξωτερικός παρατηρητής. Σαν να μην ξέρουμε τι πρόκειται να συμβεί. Όπως τότε, όπως πριν. Οι Άραβες δεν αντιμετωπίζονται καχύποπτα, σαν υποψήφιοι τρομοκράτες στο αερδρόμιο, ούτε από τους συνεπιβάτες τους. Η αεροπειρατεία και η τρομοκρατία μοιάζουν έννοιες πρωτόγνωρες στο κέντρο ελέγχου.
Υπάρχει ακόμα μια «προτρομοκρατική αθωότητα» που πλεον δεν μπορούμε ούτε καν να διανοηθούμε. Και ο Greengrass, μόλις μια 5ετία μετά, το καταφέρνει. Διαλέγει τον άσημο δευτεραγωνιστή, το τραγικό United 93 που δεν έφτασε στο στόχο του, και διηγείται όλη την ιστορία από εξωτερική σκοπιά. Σε μια εποχή προπαγάνδας και τρομολαγνείας εκατέρωθεν, ο Greengrass προσπαθεί να ελαχιστοποιήσει τις μεγαλοστομίες και να απογυμνώσει μια αλήθεια, με όσα κομμάτια του παζλ μπόρεσε να περισυλλέξει κάτω από τα συντρίμια του United 93.

«Μαμά να ξέρεις ότι σε αγαπάω. Αντίο».
Όταν ακούς αυτή τη φράση στη διάρκεια μιας ταινίας, ευελπιστείς αρχικά πως το τέλος θα είναι διαφορετικό. Πως ο σκηνοθέτης με λίγη τραγική ειρωνία θα φέρει τελικά τη λύτρωση. Ή πως τουλάχιστον σε προετοιμάζει κάπως για το τραγικό τέλος. Και βγάζεις τα χαρτομάντηλα. Και δακρύζεις.
Όταν όμως γνωρίζεις ποιό θα είναι το τέλος, σωπαίνεις. Και όταν γνωρίζεις πως αυτό συνέβη πραγματικά, κλαις. Χωρίς να προλάβεις να πάρεις χαρτομάντηλα.
Γιατί παρακολυθείς το United 93 στην τελευταία του πτήση.

Θάνατος στη Βενετία

Τί κοινό μπορεί να έχουν ο Tomas Mann, o Luchino Visconti και οι Στερεο Νοβα;



"..κι από τον εξώστη εκείνο βλέπω την ίδια ταινία, κάθε καλοκαίρι το "Θάνατο στη Βενετία".."



Μια πόλη. Ένα ιδανικό.
Και το θάνατο.

Η απόλυτη ομορφιά που σε πνίγει.




"Αυτός που προσπαθεί να πετύχει το Εξαιρετικό, λαχταρά να ξεκουραστεί στο Τέλειο. Και δεν είναι άραγε το Τίποτα μια μορφή του Τέλειου;"




[Tomas Mann, "Death in Venice".
Οι φωτογραφιες, καρε από την ομώνυμη ταινία του Luchino Visconti.
Οι στίχοι, ΣτερεοΝοβα, "Εξώστης"]

Wednesday, February 21, 2007

5 x 2 (The Game)

[ευχαριστω για την προσκληση, ιδου "2 ou 3 choses que je sais d'elle " -αντε 5:]

1.Amarcord (ή Das Parfum): Oι πρώτες μου θολές αναμνήσεις είναι από τον ένα χρόνο που έζησα μικρή στο Βέλγιο. Όλα θολά -το μόνο που θυμάμαι ολοκάθαρα είναι το άρωμα της "κακιάς δασκάλας" (στριμμένη και με μισούσε επειδή δεν μπορούσα να μιλήσω γαλλικά), που μόνο που το μύριζα, έκλαιγα. Ακόμα και σήμερα, όταν μυρίζω αυτό το άρωμα, νιώθω ένα σφίξιμο στο στομάχι.

2.La science des reves (ή Insomnia): Αποφεύγω να βλέπω θριλερ γιατί φοβάμαι πως μετά θα μείνω ξάγρυπνη από τις τρομαχτικές σκέψεις ή θα βλέπω εφιάλτες, σχετικούς με αυτά που είδα στην ταινία. Κάτι που βέβαια συμβαίνει τελικά σπανιότατα.

3.Death in Venice (ή Μαύρη Γάτα, Άσπρος Γάτος): Παρόλο που λάτρεψα την Βενετία όταν την επισκέφτηκα, στο μυαλό μου δεν την έχω συνδυάσει παρά με ένα γεγονός: το θάνατο του γατούλη μου. Ενώ περιφερόμασταν χαρωποί και αμέριμνοι σαν κλασικοί τουρίστες στην πιατσα Σαν Μαρκο, εγώ μάθαινα απο το τηλέφωνο πως τον πάτησε αυτοκίνητο. Πρέπει να υπάρχω κάπου δακρυσμένη ως φόντο στη φωτογραφία κάποιου εύθυμου Γιαπωνέζου τουρίστα..

4.Everyone says i love you (ή Great Expectations): Φοβάμαι να εκφράζω στους γύρω μου πόσο πολύ τους συμπαθώ, όταν τους θεωρώ συμπαθητικούς, και να λεω στους αγαπημένους μου οτι τους αγαπάω. Δεν ξέρω γιατί..

5. La pianiste (ή Prova d'orchestra): Έκανα πιάνο για 12 χρόνια. Από τότε που σταμάτησα (2 χρόνια τώρα), το έχω πιάσει μόνο τρεις-τεσσερις φορές. Μόνο σε στιγμές μεγάλου άγχους ή θλίψης.

*Mon Oncle (ή Les vacances de mr Hulot): O θείος μου, μου θυμίζει πάρα πολύ τον mr Hulot. Και συχνά έρχεται και μαζί μας διακοπές. . (δεν κάνω λογοπαίγνιο!)


[οι περισσότεροι που ήθελα να προτείνω για τη συνέχεια, έχουν ήδη προταθεί, οπότε..έχουν ξεμείνει λιγότερες σκυτάλες. ας συνεχίσουν, αν είναι παιγνιώδεις τύποι: identitycafe, titan53, etalon, just thinking]

Sunday, February 18, 2007

"Letters from Iwo Jima", του Clint Eastwood

Το τέλος το Β’ παγκοσμίου πολέμου είναι σε όλους γνωστό. Μια πτήση του Enola Gay, οι ατομικές βόμβες, τα "μανιτάρια" και το τέλος. Η συνειδητοποίηση όμως που θα οδηγούσε σε αυτή την πράξη πρέπει να είχε έρθει πιο πριν. Όταν οι Αμερικανοί μάχονταν μέρχις εσχάτων με τους Ιάπωνες και αυτοί έμοιαζαν να μη το βάζουν ποτέ κάτω. Ίσως και από αυτή την ίδια την αρχική μάχη για το ξερονήσι της Ιβο Τζιμα, που, αν ο Κλιντ Ιστγουντ δεν είχε στρέψει το φακό του δις τον τελευταίο χρόνο, μεγάλο μέρος του κόσμου πιθανόν να αγνοούσε.
Άλλωστε τί είναι; Ένα ξερό, σχεδόν ακατοίκητο κομμάτι γης στην άκρη του Ειρηνικού. Που όμως ταυτόχρονα είναι κομμάτι της γης της Ιαπωνίας. Της γης που οι Γιαπωνέζοι είχαν ορκιστεί στον αυτοκράτορά τους να προστατεύσουν μέχρις εσχάτων. Με απόλυτη αυτοθυσία, «ποτέ από το χρέος μην κινούντες».

Η αυτοθυσία είναι μια έννοια απόλυτα συνυφασμένη με την έννοια του πολέμου. Η ζωή του στρατιώτη δεν μετρά: Θυσιάζεται για την πατρίδα και την οικογένεια.Ο στρατιώτης στην πρώτη γραμμή και η οικογένεια να μένει πίσω, για να προστατευτεί. Μένει πίσω, για να παραμείνει ζωντανή. Ζωντανή, μα μισή.
Και έτσι η αυτοθυσία μετατρέπεται σε δίλημμα: «Να πεθάνω για να σώσω την οικογένεια και την πατρίδα ή να μείνω ζωντανός για να βοηθήσω την οικογένεια και την πατρίδα;». Ανθρώπινες σκέψεις, γεμάτες τρομακτικές αντιφάσεις. Έχουμε ίσως από καιρό ξεχάσει πως στον πόλεμο αυτοί που πολεμούν είναι πάντα άνθρωποι. Που ήταν άνθρωποι πριν τον πόλεμο, είναι κατά τη διάρκειά του και θα συνεχίσουν να είναι μετά το πέρας του -αν βγουν ζωντανοί. Ακόμα κι όταν αποκτηνώνονται από τη βαρβαρότητα, είναι πάντα άνθρωποι.
Έτσι ο κάθε πόλεμος είναι ένα συνοθύλευμα από αντιφάσεις. Και ερωτηματικά. Που βγαίνουν στην επιφάνεια εκείνες τις κρίσιμες ώρες. Τις τελευταίες, τις κλειστές.
Μέσα στις κλειστές σήρραγγες και στα χαρακώματα, εκείνες τις στιγμές που νιώθεις τον εχθρό να πλησιάζει. Πίσω από τα κλειστά στόματα και τα κενά βλέμματα υπάρχουν ανομολόγητες σκέψεις. Αμείλικτα «γιατι;». Όποιοι και αν πολεμούν, εναντίον όποιων κι αν πολεμούν. Εκείνες τις κλειστοφοβικές στιγμές, όλα συμπυκνώνονται σε λίγες σκέψεις. Ή σε λίγες αράδες σ’ενα αγαπημένο πρόσωπο, που κάθε δευτερόλεπτο συνειδητοποιείς πως μάλλον δε θα ξαναδεις ποτέ. Αναμνήσεις καθημερινότητας, φόβοι του πολέμου, σκέψεις απλές –τις σύνθετες τις κόβει η λογοκρισία–, στιγμές ασήμαντες και σημαντικές, αράδες που γράφτηκαν για να εκφράσουν τον φόβο ή για να τον ξορκίσουν, γραμμές που βρίσκονται τόσο κοντά στο θάνατο που μοιάζουν γραμμένες με αίμα. Τόσο συγκλονιστικά αληθινές μα και τόσο απλές.
Αυτά είναι τα γράμματα από την Ιβο-Τζιμα. Ελευθερία, οικογένεια, αξιοπρέπεια, πατρίδα, σωτηρία: Ένα συνοθύλευμα από ιδανικά συμπυκνωμένο στις τελευταίες γραμμές που γράφτηκαν από το τρεμάμενο χέρι καποιου στρατιώτη. Δεν έχει σημασία ο τόπος, ο χρόνος, ο βαθμός, ο εχθρός. Το συνοθύλευμα των ιδανικών είναι το ίδιο. Με ένα όπλο ενάντια στον εχθρό, με ένα μαχαίρι ενάντια στον εαυτό σου, με μια χειροβομβίδα να σου σκαει στα χέρια, με μια λευκή σημαία, είναι όλα μια προσπάθεια να υπηρετήσεις το δικό σου.

"Δαφνις και Χλοη: Tαξίδι Aναψυχής"

Σε κάθε ταξίδι, το εύκολο είναι να πας προετοιμασμένος.
Γεμάτος αποσκευές και εφόδια, ώριμος να αντιμετωπίσεις τις νέες προκλήσεις και να αφομοιώσεις τις νέες εικόνες.
Έσω έτοιμος.
Ακόμα και για ένα ταξίδι αναψυχής.

Όμως το ταξίδι το απολαμβάνεις ουσιαστικά μόνο όταν είσαι απαλλαγμένος από τα πάντα. Ελεύθερος. Και να ζεις μόνο για το ταξίδι. Για το παραμύθι. Για την ιστορία.

Η ιστορία του Δάφνη και της Χλόης είναι παλιά και αφελής. Σχεδόν παιδαριώδης. Γι’αυτό και σήμερα μοιάζει (και μάλλον είναι) βαρετή, ξεπερασμένη.Ο αθώος έρωτας του βοσκού με τη βοσκοπούλα δεν έχει θέση στη στην εξελιγμένη πανσεξουαλική κοινωνία μας. Τί να τα κάνουμε αυτά εμείς, οι σοβαροί;
Εμείς έχουμε κατακτήσει με κόπο τα απαραίτητα εφόδια για να αντέξουμε στη «σκληρή, ρουτινιασμένη καθημερινότητα»- τί να την κάνουμε την παιδικότητα;
Έχουμε άμυνες που μας βοηθούν να αντιμετωπίσουμε την υποκρίσια που μας κατακλύζει- τί να την κάνουμε την ειλικρίνεια;
Έχουμε ακονισμένα μυαλά, τεχνολογία και λεφτά-τί να την κάνουμε την αφέλεια, την αθωότητα και.. την απλή μωρία που επαινούσε ο Έρασμος.
Μα αφού είμαστε πια μεγάλοι, τί να μπλέκουμε σε ιστορίες για παιδιά..;

«Το παιδί είναι αθωότητα και λήθη, είναι νέο ξεκίνημα, ένα παιχνίδι δημιουργίας, ένας κινούμενος τροχός, μια νέα κίνηση, ένα ιερό ΝΑΙ».

Πόσο εύκολο είναι να γυρίσουμε στην πρώτη αυτή κατάσταση; Να αφήσουμε, έστω και για λίγο, εφόδια που κατακτήσαμε με κόπο και άμυνες που μας προστάτευσαν φορές και φορές και να ξαναέρθουμε αντιμέτωποι με την παιδικότητα και την αφέλειά μας; Έστω και μόνο για ένα ταξίδι. Ένα σύντομο ταξίδι αναψυχής, με τον Δάφνη και τη Χλόη, για να παίξουμε σαν παιδιά, χαμένοι στο πουθενά, να βρεθούμε στο δικό τους παράδεισο και να χαρούμε την δική τους -αλλά κυρίως τη δική μας- αθωότητα.
Απαλλαγμένοι από τα καθημερινά «εφόδια».

Είναι εύκολο, αν ξεκινήσετε χωρίς αποσκεύες..

[Εσείς, πόσο έτοιμοι είστε να αφήσετε πίσω σας όλες σας τις αποσκευές και να φύγετε για ένα ταξίδι αναψυχής; Στο θέατρο "Πορεία", ο σκηνοθέτης Cezaris Grauzinis μας έχει κρατήσει θέση..]

[η φράση στα εισαγωγικά, από τo "Τάδε εφη Ζαρατούστρα" του F.Nietzche]

Sunday, February 11, 2007

"We'll always have Paris.."

[Παρα τον κινηματογραφικο τιτλο, μια εξωκινηματογραφικη παρεκβαση.]

Χωρις να το ξερω, χωρις ποτε να το εχω συνειδητοποιησει πληρως, το Παρισι για μενα ειναι η πολη που εχω συνδυσει με τις παιδικες μου αναμνησεις.
Τι παραξενο. Δεν γεννηθηκα εκει, ουτε καν περασα καιρο εκει.
Ηταν ομως -απ'ο,τι μου λενε- το πρωτο μου "τουριστικο" ταξιδι.
Μικρη, με ενα κοκκινο φορεματακι, μπροστα στον Πυργο του Αιφελ.
Φυσικα δεν θυμαμαι τιποτα. Ολα στο υποσυνειδητο. Και αν..

Πιο εντονα, ακουγεται ο αποηχος απο τα τραγουδακια που μου τραγουδουσαν πριν κοιμηθω.. Αυτες πραγματι, αναμνησεις ζωντανες, συνειδητες.
Je m'baladais sur l'avenue, le coeur ouvert a l'inconnu.
J'avais envie de dire bonjour a n'importe qui
N'importe qui et ce fut toi, je t'ai dit n'importe quoi,
Il suffisait de te parler, pour t'apprivoiser..

Aux Champs Elysees..



Tα πρωτα τραγουδια που ακουγα ηταν γαλλικα. Γιαυτο ισως τα γαλλικα μου φαινονται σαν τραγουδι.
Και το Παρισι σαν μελωδια. Γιαυτο και περπατουσα τραγουδωντας..
Aux Champs Elysees
Au soleil, sous la pluie, a midi ou a minuit,
Il y a tout ce que vous voulez aux Champs-Εlysees..


Aυτο το ταξιδι ηταν μια ιδιομορφη ανασυνθεση αναμνησεων. Πως ομως, αφου οι αναμνησεις μου ειναι ελαχιστες, ανυπαρκτες. Σαν να ανεσυρα απο τη μνημη κατι που ηξερα- εικονες, ηχους, μελωδιες.. Ομως τοσο θολες..




Τοποθεσιες απεκτησαν εικονα
l'etoile, la concorde, le jardin du luxembourg, les champs elysees..

Σκορπιες φρασεις απεκτησαν νοημα
les feuilles mortes, la vie en rose, ne me quitte pas, je ne regrette rien, tombe la neige, une meche de cheveux..

Και καποιες αναμνησεις να παιρνουν επιτελους σχημα.
Πως γινεται να νιωθεις τοσο δικο σου κατι που δεν ειναι παρα μια φευγαλεα αναμνηση;




"Ενα χαρτι που βρηκα εδω μπροστα μου..

Ποια ταχα σκεψη ασχηματιστη,
ποια μακρινη μου θυμηση,
του υποσυνειδητου μου ποια δραση
οι πυργοι τουτοι να μηνανε;
τιποτε σοβαρο δε θανει.
μπορει απλως ναχω μετανοησει
που οντας για λιγο στο Παρισι
μικορυς πυργισκους το γεμιζω-
τον πυργο του Αιφελ ν'ανεβω δεν καταφερα.
ηταν για μενα σπανια ευκαιρια
απο του πυργου αυτου τα υψη
σαν τοσους αλλους ναχω σκυψει
και απο κει τον κοσμο να αγνατευω...

Μα ισως παλι να επραξα σωστα
ισως σοφα να παρενεβη η τυχη
αφου σε λιγο θα επρπε ξανα
στα χαμηλα μου να κατεβω

μαλλον αυτη θαναι η λυση
των πυργων πoυ εχω ζωγραφισει..."




[Oι στιχοι του τραγουδιου απο το "Champs Elysees" του Joe Dassin.
Το ποιημα "Πυργος του Αιφελ" της Κικης Δημουλα.]

Saturday, February 3, 2007

"Little Children", του Todd Field

Αγαπημένο θέμα των κινηματογραφιστών έχει γίνει τα τελευταία χρόνια η αποκάλυψη των «Κρυφών Επιθυμιών» των αμερικάνικων προαστίων: Από το πιο mainstream American Beauty που έφερε σε επαφή το ευρύ κοινό με αυτόν τον προβληματισμό, μέχρι το ανεπανάληπτο Happiness που αγγίζει με ενοχλητική διαύγεια την καρδιά του προβλήματος, έχουν γυριστεί πολλές ταινίες, κυρίως ανεξάρτητες, που.. αγαπούν να μισούν τα ειδυλλιακά suburbs.
Έτσι και το Little Children, που κινείται στην ίδια λογική και ως βασική ιδέα δεν προσφέρει κάτι καινούργιο, ξεχωρίζει όμως για δύο, κατά τη γνώμη μου, βασικούς λόγους. Πρώτον οι πολύ καλές ερμηνείες (που τα Οσκαρ δεν παρέβλεψαν), ειδικά του επιδειξία-παιδεραστή Jackie Earle Haley (τον έχουμε ξαναδει αυτόν τον άνθρωπο;!-συγκλονιστικός!). Και δεύτερον η εξαιρετική αισθητική, σε συγκεκριμένα κυρίως πλάνα, που πολλές φορές (επίτηδες;) φαίνοναι σαν να είναι κινηματογραφημένοι πίνακες του David Hockney.
Από εκεί και πέρα η προβληματική δεν αλλάζει, ούτε το μαχαίρι μπαίνει πιο βαθια στην καρδιά της «συντηρητικής Αμερικής». Συνειδητά ίσως, δεν επιχειρούνται ακρότητες, ούτε μεγαλοστομίες, αλλά απλά και διακρτικά, ανοίγουν οι πορτές των καλοχτισμένων βιλών και αποκαλύπτονται -με μια λεπτή ειρωνία που διαπερνά όλη την ταινία, κυρίως μέσα από το εκφραστικότατο και παραδόξως όχι ενοχλητικό voice over- οι «κρυφές επιθυμίες» που κρύβονται πίσω από τις βροντερές διακηρύξεις και τα πλαστικά χαμόγελα.
Φαινομενική ευτυχία, ψεύτικες διέξοδοι, άδικα ξεσπάσματα, υποκριτικός πουριτανισμός και εκ του ασφαλούς αντιδράσεις συνθέτουν αυτές τις «κρυφές επιθυμίες», όπου τα «μικρά παιδιά» (του πρωτότυπου τίτλου) δεν είναι τελικά τα ανήλικα παιδάκια που χρησιμοποιούν ως αφορμή των συναντήσεων τους οι ενήλικες της ταινίας, μα οι ίδιοι οι ενήλικες που, προσπαθώντας να εκφράσουν τα καταπιεσμένα τους συναισθήματα, συμπεριφέρονται με παιδική ανευθυνότητα..
Γι’ αυτό και ο φυσικός χώρος δράσης της ταινίας είναι μια «αθώα» παιδική χαρά.

Όπου όμως ακόμα κι ένα λίγο πιο δυνατό σπρώξιμο μιας αθώας κούνιας μπορεί να αποδειχθεί επικίνδυνο.
Συνήθως όμως, μετά από τη θεαματική και ίσως επικίνδυνη «πτήση», θα πατήσεις πάλι τα πόδια στο έδαφος και θα συνεχίσεις ήρεμα τη ζωή σου. Όπως πριν. Ίσως με λίγη περισσότερη συνειδητότητα. Αλλά κατα βάση, όλα τελικά θα είναι όπως πριν...