Showing posts with label Film Festivals. Show all posts
Showing posts with label Film Festivals. Show all posts

Tuesday, February 5, 2008

Dans le port de Rotterdam

[Rotterdam, 25-27 Ιανουαρίου. Ένα report αρκετά καθυεστερημένο]



Το πρωινό ήταν τόσο μελαγχολικό και πνιγηρό, σκεπασμένο με πυκνή ομίχλη, που με έδιωχνε επιτακτικά. Ποιος άλλος λοιπόν ο προορισμός μου για αυτό το μουντό σαββατοκύριακο, εκτός το «φεστιβαλικό» μεγάλο λιμάνι της Ολλανδίας;
Εξαιτίας της ομίχλης. Αυτή ήταν λοιπόν η καταλυτική αφορμή χάρη στην οποία βρέθηκα, απροσδόκητα, στο Ρότερνταμ. Ο πραγματικός βέβαια λόγος δεν ήταν άλλος από τις ταινίες. Η απόφαση ήταν αστραπιαία και καθώς το τραίνο διέσχιζε την επίπεδη πεδιάδα του Βελγίου, το μυαλό μου έτρεχε ήδη στις τεράστιες, όπως φημίζεται, προβλήτες με τους γερανούς και τα αραγμένα πλοία που φορτώνουν και ξεφορτώνουν εμπορεύματα. Στο περίφημο Μεγάλο Λιμάνι.
Ένα λιμάνι που τελικά ελάχιστα είδα μιας και η καρδιά του Κινηματογραφικού Φεστιβάλ χτυπάει στο κέντρο της πόλης, στο κεντρικό κτήριο Doelen, στους πολυκινηματογράφους Pathe και στις αίθουσες Luxor, Cinerama και Vester, που βρίσκονται όλα μακριά από το λιμάνι. Οι κινηματογραφικοί εξουθενωτικοί ρυθμοί δε με άφησαν ωστόσο να σκεφτώ τη θάλασσα για πολύ. Το πρόγραμμα ατελείωτο, τα τμήματα, διαγωνιστικά και μη, πολλά. Ο χρόνος μου ελάχιστος. Πολλοί από τους τίτλους μου ήταν ήδη γνωστοί. Ταινίες από τις Νύχτες Πρεμιέρας («Τα Νούφαρα» που πήραν το βραβείο κοινού στο αθηναϊκό φεστιβάλ το Σεπτέμβριο, παραδείγματος χάριν), ακόμα περισσότερες από το τελευταίο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Θεσσαλονίκης («Cargo 200», «Continental», «Tricks», κ.α.) αλλά και «μεγάλες» ταινίες που ήδη προβάλλονται ή προβλήθηκαν στην Ελλάδα ή σε μεγάλα διεθνή φεστιβάλ («Περσέπολις», «Juno», «Εσείς οι ζωντανοί» "Paranoid Park"κ.α.) φιγουράριζαν στο πρόγραμμα και στις αφίσες στους χώρους του φεστιβάλ. Με πολλές από τις προβολές να είναι ήδη πλήρεις και με τον κόσμο να αυξάνεται καθώς προχωρούσε η ώρα, κάπου ανάμεσα σε ατελείωτες ουρές και περιλήψεις των έργων στα ολλανδικά, βρέθηκα με τα εισιτήρια στα χέρια. Στο μεταξύ, ο ζωογόνος Τ., η υπέροχη Α., ο "μεγάλος" Χ. και ο χαμηλών τόνων Γ. είχαν φροντίσει για τα πάντα (ευχαριστώ τόσο πολύ!).
Οι εικόνες που πρόλαβα να δω ήταν ενδιαφέρουσες, μα ομολογουμένως όχι εντυπωσιακές. Το κινέζικο "The Summer Solstice" ήταν χαμένο κάπου ανάμεσα στην πολυλογία για την ζωή, τον Μάο, ένα δράμα τραβηγμένο από τα μαλλιά και αρκετά κακές ερμηνείες, ενώ το Γιαπωνέζικο "This world of ours" παρόλο που έδειξε έναν εξαιρετικά ταλαντούχο σκηνοθέτη, έκανε τεράστιες κοιλιές ανάμεσα σε, ομολογουμένως, εξαιρετικά 5λεπτα. Το "Κουρδιστό Πορτοκάλι" made in Japan, είχε σίγουρα πολλά ενδιαφέροντα στοιχεία, αλλά δεν κατάφερε να ξεφύγει από μια εφηβική επαναστατικότητα χωρίς προορισμό. Το γλυκύτατο "It's hard to be nice" διαδραματίζεται στη σημερινή Σερβία των μικροαπατεώνων και της πονηριάς, μιας χώρας που προσπαθεί, σαν τον κουτοπόνηρο καλοκάγαθο πρωταγωνιστή της, να ξεφύγει από το "βρώμικο" παρελθόν της και να ορθοποδήσει. Γλυκόπικρη και ευαίσθητη, με εξαιρετική φωτογραφία, θύμισε την Ελλάδα του '50, και με ταξίδεψε νοσταλγικά. Το γαλλικό "57000 km entre nous" είχε επίσης ενδιαφέρον, παρά την κουραστική του κάμερα στο χέρι, κάνοντας ένα σχόλιο στην ιντερνετική κοινωνία που ζει μέσα από οθόνες και αυτοεπιβεβαιώνεται μέσα από το YouTube. Στην καρδιά του, βρισκόταν ένα συγκινητικό ερωτικό δράμα, αλλά οι δευτερεύοντες χαρακτήρες ήταν αυτοί που τραβούσαν, λανθασμένα, την προσοχή. Παρά τις πολλές αδυναμίες του, βρέθηκα, μέρες μετά να σκέφτομαι τα παιχνίδια και της διαδρομές αυτού του έργου. Την προσοχή μου τράβηξε, και δικαίως από ότι φάνηκε από την τελική βράβευσή του, το "Go with Peace Jamil" ένα δυνατό δράμα, με πολύ δράση και ακόμα περισσότερη ανθρωπιά. Ο Τζαμίλ, κάπου σε μια απροσδιόριστη χώρα της Μέσης Ανατολής, βρίσκεται εν μέσω μιας θανατηφόρας βεντέτας. Αφορμή, μια παλιά δολοφονία. Βαθύτερη αιτία, οι θρησκευτικές διαφορές. Ή μήπως αυτή ήταν η αφορμή και άλλη η αιτία; Εξαιρετική φωτογραφία, με κοντινά πλάνα στα ηλικοκαμμένα πρόσωπα των υποψήφιων δολοφόνων που εκόντες άκοντες παρασύρονται σε ένα κύκλο θανάτου. Εξαιτίας του ήλιου..
Την προσοχή φάνηκαν να τραβούν και το πολυδιαφημισμένο εκεί "TBS" (εγχώριο προϊόν γαρ), αλλά καλά λόγια ακούστηκαν και για την, κατά πως φαίνεται, ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα "Ιστορία 52" του Αλέξη Αλεξίου.
Τόσο λίγο κι όμως τόσο πολύ. Πριν προλάβω να γευτώ εικόνες και φεστιβάλ, βρισκόμουν ήδη στο τραίνο της επιστροφής. Όμως το μυαλό κι η καρδιά μου είχαν μείνει "dans le port de Rotterdam", παραλλάσοντας τον αγαπημένο Brel...
Και του χρόνου.

Monday, November 26, 2007

Μελαγχολία του Ιάσωνος Κλεάνδρου, κινηματογραφόφιλου εν Θεσσαλονίκη, 2007 μ.Χ.

[Αφού τέλειωσε αυτή η υπέροχη βδομάδα, έρχεται ένας άλλος λόγος για να πανηγυρίσουμε. Έχω επιτέλους σύνδεση internet στο σπίτι. Είναι σχεδόν συγκινητικό]



Το σπίτι μοιάζει βομβαρδισμένο από επέλαση ακατάστατων σινεφίλ (και μιας ακατάστατης οικοδέσποινας). Έφυγαν και οι τελευταίοι την Παρασκευή, αλλά το σπίτι ακόμα στην ίδια κατάσταση. Προγράμματα πεταμένα από εδώ και από εκεί, εικόνες ατάκτα πεταμένες μέσα στο μυαλό μου, στο πάτωμα και στον καναπέ. Το κεφάλι μου πρώτη μέρα μετά από μια βδομάδα συνεχόμενων ξενυχτιών και ατελείωτου τρεξίματος πονάει και ο λαιμός μου είναι ξερός. Και ο πυρετός ξανανέβηκε. Έχει και συννεφιά έξω, νιώθω μελαγχολικά. Όλη η Θεσσαλονικη δείχνει διαφορετική, ζαλισμένη μα γουργουρίζει ευτυχισμένη. Το χαμόγελο είναι ακόμα ζωγραφισμένο στο πρόσωπό μου. Να γιατί:

Παρασκευή 16/11
Πρωί πρωί με το αδιάφορο μελό του Zeki Demirkubuz "Πεπρωμένο" που θύμιζε ανησυχητικά πολύ Φώσκολο στις μαύρες του. Κάπου ανάμεσα εξαφανίζεται το πορτοφόλι μου και μια όμορφη περιπέτεια στις αστυνομίες και τις δημόσιες υπηρεσίες ξεκινά. Το βράδυ τελετή έναρξης. Ενθουσιασμός, μα φρικτή οργάνωση, πολύς κόσμος, στήσιμο στη βροχή (πρώτη επαφή με την πνευμονία), άχρηστα λόγια. Απολαυστική η παρακολούθηση μετά σχολίων. "My Blueberry Nights" από τον Γουονγκ Καρ Γουαι. Πανέμορφες για ακόμα μια φορά εικόνες μα γεύση στυφή. Δεν ένοιωσα την ερωτική επιθυμία που τόσα χρόνια μας είχε μάθει ο λατρεμένος δημιουργός και ένοιωσα ξένη σε ένα σύμπαν που κάθε φορά με καλούσε προκλητικά να βυθιστώ μέσα του.

Σάββατο 17/11
Αποθήκες, κόσμος και κακό, το φεστιβάλ βρίσκει τους ρυθμούς του. Ξεκινάει η μέρα με την "11η ώρα" ένα διδακτικό (και ολίγον δασκαλίστικο) ντοκυμαντερ για την οικολογική καταστροφή με εξαιρετικό soundtrack. Στη συνέχεια Μίκιο Ναρούσε, σε μια ταινία από το αφιέρωμα που έκανε το φετινό φεστιβάλ στον γιαπωνέζο δημιουργό, η μόνη που τελικά είδα στη διάρκεια του. "Τα τελευταία χρυσάνθεμα", που ανθίζουν σ'ένα ιδιότυπο σύμπαν παρακμής. Στο μεταξύ έρχεται το πρώτο κύμα φίλων, την ώρα που προβαλλόταν "Η άκρη του ουρανού" του Φατίχ Ακίν. Ένα από τα πιο δυνατά φιλμ του φεστιβάλ, βαθιά ανθρώπινο και συγκινητικό. Το βράδυ μεταμεσονύχτια προβολή στην κατάμεστη Φαργκάνη, με τους "Κλέφτες" του Μάκη Παπαδημητράτου να κερδίζουν πολλά χαμόγελα. Καταρρακτώδης βροχή (το κρύωμα δεν το γλιτώνα), τέσσερις άνθρωποι με μια ομπρέλα, η Τσιμισκή ποτάμι, στο dj set του Φατίχ Ακίν στο It's only δεν πέφτει καρφίτσα κι έτσι το Berlin είναι ιδανικός προορισμός μέχρι πρωίας.

Κυριακή 18/11
Τζον Μάλκοβιτς για πρωινό. Υπερβολικά πολύς κόσμος -ευτυχώς ήμουν από τους τυχερούς που μπήκαν- ένα απολαυστικό masterclass. Εντελώς sui generis, με ένα σαρδόνιο χαμόγελο και προσεκτικά επιλεγμένες απαντήσεις μ'έκανε να τον λατρέψω. Γυρνώντας προς το σπίτι, μια ηλιόλουστη Κυριακή με κατακόκκινα μπαλόνια σ'όλη τη Θεσσαλονίκη. Αιτία, το φιλμ "Le Ballon Rouge" του Albert Lamorisse, ένα από τα πιο γλυκά φιλμ που έχω δει ποτέ. Στο δρόμο μια αναπάντεχη συνάντηση κι μια ακόμα φιλοξενούμενη προστίθεται με συνοπτικές διαδικασίες στο ανήλιαγο σπιτικό μου. Στη συνέχεια, η ταινία από το διεθνές διαγωνιστικό "Τετάρτη, Πέμπτη πρωί" του Γκζέγκος Πάτσεκ από την Ουγγαρία, μια ιδιότυπη ερωτική ιστορία ανάμεσα σε δυο αντιδραστικά, δυσλειτουργικά παιδιά. Η μέρα τελειώνει με συνεχόμενες "ματιές στα βαλκάνια" με το ρουμανικο μικρου μηκους "Σωλήνας με καπέλο" του Ράντου Ζούντε και το αλβανικο "Μάο Τσε Τουνγκ" του Μπεσνίκ Μπίσα. Ο "Μάο" προέκυψε μια από τις πιο αγαπημένες μου ταινίες στο φεστιβάλ, με φασαριόζικους, εντελώς βαλακνικούς ρυθμούς που μου θύμισαν Κουστουρίτσα στα καλύτερά του και δηκτικό πολτικό σχόλιο που δεν χαρίζεται σε κανέναν. Το βράδυ το art house, σε χαλαρούς ρυθμούς, μας φιλοξένησε ιδανικά.


Δευτέρα 19/11
Πονοκέφαλος και πρώτα σημάδια πυρετού, αλλά το ξύπνημα παραμένει το ιδανικότερο των τελευταίων ημερών. Αλφόνσο Κουαρόν ενθουσιώδης, πολυλογάς, αξιολάτρευτος. Απαντούσε με ενθουσιασμό σε κάθε ερώτηση (και στη δική μου), δίνοντας παραλειπόμενα από ταινίες του και ενδιαφέροντα αποσπάσματα από την προσωπική του διαδρομή. Τρέξιμο στο μουσείο, για την ταινία του DigitalWave "Ερωτικά μαθήματα για επαναστατική δράση" του Νίκου Αλευρά, ένα χειροποίητο φαρσοειδές μανιφέστο πάνω στον έρωτα που κέρδισε πολλά χαμόγελα. Στη συνέχεια εγκατάσταση στην αίθουσα Παύλος Ζάννας, αρχικά με το εκπληκτικό, παρά τους εξαιρετικά αργούς ρυθμούς του, φιλμ του Κάρλος Ρειγάδας "Silent Light" για τα μικρά και μεγάλα θάυματα της ζωής, και στη συνέχεια με το μάλλον αδιάφορο "Η αγάπη όλα τα νικά" της Ταν Τσούι Μούι (και τα δύο από την ενότητα Ημέρες Ανεξαρτησίας).


Τρίτη 20/11
Μια μέρα με ωραίες ταινίες και λίγο πυρετό. Ξεκίνημα με Χόνας Κουαρόν (γιου του Αλφόνσο), "Η στιγμή σου" από το διεθνές διαγωνιστικό. Όμορφη, πρωτότυπη σύλληψη, ένα φωτογραφικό άλμπουμ που αποκτά ζωή και γίνεται ταινία. Από τις πολύ αγαπημένες μου στγιμές του φεστιβάλ. Ο Ντιέγκο Λούνα λίγο αργότερα, εκτός του ότι έκλεψε την καρδιά μου (όπως και πολλών γυναικών στη Θεσσαλονίκη) μας παρουσίασε την πρώτη του ταινία "Τσάβες" ένα ενδιαφέρον ντοκυμαντερ για τον μεξικανό πυγμάχο Χούλιο Σέζαρ Τσάβες. Μια έκπληξη ήρθε στη συνέχεια από την ΠΓΔΜ, με το φιλμ "Πάνω Κάτω" του Ιγκόρ Ιβάνοφ, που με κέρδισε με την πολύ καλή κινηματογράφησή της και την πρωτότυπη ανάπτυξή της και σίγουρα αξίζει μεγαλύτερης προσοχής. Τέλος, ο Τζέισον Ράιτμαν του "Thank you for smoking" επανήλθε φέτος δριμύτερος με το απολαυστικό "Juno". Η φετινή ανεξάρτητη feel good πρόταση της αμερικής είναι πραγματικά αξιολάτρευτη και διασκεδαστικότατη, παραμένει ανάποδη μέχρι τέλους και σε κάνει να ξεκαρδίζεσαι με τους καταιγιστικά κωμικούς ρυθμούς του.

Τετάρτη 21/11
Continental - Μια ταινία χωρίς όπλα του Στεφάν Λαφλέρ (Ημέρες Ανεξαρτησίας), μια ταινία που αγαπήθηκε πολύ στο φεστιβάλ και προσωπικά μου κέντρισε το ενδιαφέορν, θυμίζοντάς μου τον πολύ αγαπητό ιδιοφυή Ρόι Άντερσον. Στη συνέχεια μια επεισοδιακή προβολή με το πιο εκπληκτικό κινηματογραφικό γέλιο να έχει ξεκαρδιστεί δίπλα μου και στην οθόνη να παρακολουθώ το γλυκό και αληθινό "Valse sentinmentale" της Κωνσταντίνας Βούλγαρη από το διεθνές διαγωνιστικό. Ειλικρινές, χειροποίητο το βαλσάκι με παρέσυρε στο ρυθμό του. Το βράδυ ακόμα και τα γνωστά στέκια γέμισαν φεστιβαλιστές, που όμως έδωσαν ραντεβού γι' αργότερα στο πάρτυ του "Σινεμά" στο Θερμαϊκό.

Πέμπτη 22/11
Το σπίτι αδειάζει πριν ξαναγεμίσει, ο πυρετός ανεβαίνει και ο βήχας εντείνεται. Αδιαφορώ και κατευθύνομαι το πρώι προς τις αποθήκες να δω μια ταινία του αφιερώματος στον Γουίλιαμ Κλάιν. "Ποια είστε, Πόλι Μαγκού"; Δεν μάθαμε επακριβώς, αλλά κάναμε μια βόλτα στα άδυτα της βιομηχανίας μόδας μέσα από το ιδιότυπο δηκτικό βλέμμα του Κλάιν. Το βράδυ μια ακόμα πιο επεισοδιακή προβολή με τη "διόρθωση" του Θάνου Ανστόπουλου που έχει γίνει talk of the festival. Προσωπικά μάλλον με απογοήτευσε, αφού συγκέντρωνε όλα τα χαρακτηριστικά κλισέ του "ελληνικού σινεμα" που για χρόνια αντιπαθούσα. Το βράδυ στο Sante η παρουσία ήταν επιβεβλημένη -κι όχι άδικα. Στο παρτυ του τμήματος "Ημέρες Ανεξαρτησίας" πέρασαν άπαντες -φεστιβαλιστές και μη- και πέρασαν.. μεθυστικά υπέροχα μέχρι (πολύ) πρωίας.

Παρασκευή 23/11
Συζήτηση για το blogging και την κινηματογραφική κριτική. Αισιόδοξες και απαισιόδοξες απόψεις ακούστηκαν από το πάνελ, αναφορές στη λογοκρισία του τύπου και στην ελευθερία του διαδικτύου, φόβοι για ασυδοσία, χαρά για την ευκολία του μέσου. Στη συνέχεια, "Κόλπα" από την Πολωνία (ενότητα Μέρες Ανεξαρτησίας, σκηνοθεσία Αντρέι Γιακιμόφσκι). Ένα πολύ όμορφο φιλμ για την παιδική αθωότητα αλλά και τα γυρίσματα της τύχης, με δύο εκφραστικότους πρωταγωνιστές και ωραία αισθητική στην κινηματογράφηση. Μετά δοκιμάσαμε λίγο "Κους κους και φρέσκο ψάρι", όπως μας το σέρβιρε ο Αμπντελατίφ Κεσίς. Παρά τη μεγάλη του διάρκεια (σε σημεία ήταν πραγματικά κουραστικό), ο ουμανισμός του και ο ρεαλισμός που του προσέδιδε αξιοθαύμαστη αμεσότητα, έκανε αυτό το φιλμ πραγματικά ξεχωριστό, και παρά τη λιότητα και την απλότητά του δημιουργούσε έντονα και ειλικρινή συναισθήματα στο θεατή. Τέλος, τιμητική εκδήλωση για τον Γίρι Μένζελ, πρόεδρο της φετινής κριτικής επιτροπής και προβολή της πολύ καλής, νοσταλγικά κωμικής τελευταίας του ταινίας, "Υπηρέτησα τον βασιλιά της Αγγλίας". Για καληνύχτα, περάσαμε ως συνήθως στην απέναντι αποθήκη (την περίφημη αποθήκη Γ) για διασκέδαση σε βαλκανικούς ρυθμούς.


Σάββατο 24/11
Το φεστιβάλ πλησιάζει στο τέλος του, αλλά μια από τις καλύτερες ταινίες του φεστιβάλ ήρθε να διώξει τις κακές σκέψεις. PVC -1 του Σπύρου Σταθουλόπουλου από το διεθνές διαγωνιστικό. Πρωτόγνωρη ένταση, πραγματικά συναισθήματα, μοναδικό στήσιμο. Μια φιλήσυχη οικογένεια, μια επίθεση, μια γυναίκα-ζωντανή βόμβα και η αγωνιώδης προσπάθεια της οικογένειας να απαλλαγεί από το θάνατο που της φορτώθηκε. Κι όλα αυτά σε ένα και μοναδικό πλάνο 85 λεπτών. Απλά συγκλονιστικό τόσο ως σύλληψη (η ιστορία απλή, λιτή, ανθρώπινη, καταγράφει μέσα από ένα μικρό χρονικό τον άνθρωπο σε όλες του τις εκφάνσεις -βασισμένη μάλιστα σε αληθινά γεγονότα) και φυσικά όσο και ως προς την πραγματοποίησή της. Αξιοθαύμαστη, η μόνη ταινία που χωρίς μελοδραματισμούς και εξεζητημένους συναισθηματισμούς με έκανε να δακρύσω με τον ανθρώπινο ρεαλισμό της. Μετά, μια βουτιά στην "ανεξάρτητη" (και όχι μόνο) Αμερική με το πικρό μα αληθινό "The savages" της Ταμάρα Τζέκινς, το "Snow Angels" του Ντέιβιντ Γκόρντον Γκριν σε ένα σύμπαν παρακμής και σήψης και τέλος τη "Δολοφονία του Τζέσε Τζέιμς από το δειλό Ρόμπερτ Φόρντ" του Άντριου Ντόμινικ. Εκτός του ότι ήταν τρία πολύ δυνατά φιλμ, στα δύο τελευταία συμπρωταγωνιστούσε ο Σαμ Ρόκγουελ, ο οποίος τιμήθηκε από το Φεστιβάλ. Μετά το Snow Angels απάντησε κεφάτος στις ερωτήσεις μας, ενώ πιο σοβαρός δέχτηκε την τιμητική πλακέτα πριν από την προβολη του Τζέσε Τζέιμς. Η αποθήκη Γ ξανά μας υποδέχτηκε με κέφι, πριν φύγουμε γι' αλλού.


Κυριακή 25/11
Τελευταία μέρα, ξαφνικά χωρίς πυρετό. Πρώτη ταινία του Σέιλς που αξιώθηκα να δω στο φεστιβάλ, το φιλμ "Λιάνα" από τη δεκαετία του '80. Το σινεμά του Σέιλς (που είχα δει μονάχα στο Lone Star) μου κίνησε, έστω και καθυστερημένα, το ενδιαφέρον. Το βράδυ τελετή λήξης, τρυπώσαμε κι εμείς, βραβεία, λόγοι και κακό, μετά από 2 ώρες τέλειωσε η τελετή και άρχισε επιτέλους η ταινία. "The Darjeeling Limited" από τον λατρεμένο Γουές Άντερσον. Το γνωστό, εντελώς ιδιόμορφο, πάντα δυσλειτουργικό και φυσικά ολίγον τραγικό του σύμπαν, χωρίς δυστυχώς κάτι καινούργιο. Το βράδυ πάρτυ λήξης, που αλλού, στην αποθήκη Γ. Το δωρεάν ποτό δεν βοηθά στη σημερινή μου κατάσταση.

Δευτέρα 26/11
Νιώθω σαν να ξύπνησα από ένα όνειρο. Αυτό το μικρό ημερολόγιο, που δε χωρά ούτε τις μισές από τις στιγμές αυτού του φεστιβάλ, γράφτηκε καταρχήν για μένα. Για να θυμάμαι τους σταθμούς αυτής της υπέροχης, γεμάτης, επειδοσιακής βδομάδας. Φίλοι, γνωριμίες, ξενύχτια, ταινίες. Και όλα στον υπερθετικό βαθμό. Και του χρόνου.

Tuesday, October 2, 2007

Νύχτες Πρεμιέρας - end titles


Κυριακή 29 / 9
Hallam Foe / Το ημερολόγιο ενός ρομαντικού ηδονοβλεψία
Ένας συμπλεγματικός έφηβος, πληγωμένος τόσο βαθιά από το μυστήριο θάνατο της μητέρας του, που αρνείται ουσιαστικά να ζήσει. Και έτσι επιλέγει να παρασιτήσει τρυπώνοντας στις ζωές των άλλων. Ένας ηδονοβλεψίας που παρακολουθεί για την ηδονή της παρακολούθησης και όχι για τη σεξουαλική ηδονή. Επιτηδευμένα αγριάνθρωπος, προσπαθεί να δυσκολέψει τη ζωή της μητριάς του, μα το μόνο που καταφέρνει είναι να μπερδέψει ακόμα περισσότερο την κατάσταση και να γεμίσει τον εαυτό του με ακόμα περισσότερες συμπλεγματικές ενοχές. Αφήνει ο σπίτι του, αφήνει την εξοχή του και μας δημιουργεί την ελπίδα πως θα μπορέσει να αφήσει πίσω του και τις πληγές του παρελθόντος. Όμως, φτάνοντας στο Λονδίνο, πετυχαίνει ακριβώς το αντίθετο: παθιάζεται με μια σωσία της χαμένης μητέρας του και μπλέκει σε μια δίνη που το “φυσιολογικό” δεν έχει θέση, φτάνοντας στα άκρα. Aυτός όμως θα αποδειχτεί τελικά και ο μόνος τρόπος για να μπορέσει να έρθει αντιμέτωπος με τους δαίμονές του και να τους διώξει μακριά. Αντιμετωπίζοντάς τους καταπρόσωπο θα καταφέρνει, επιτέλους, να κάνει το πολυπόθητο βήμα μπροστά. Ένα θέμα θεωρητικά δύσκολο, και ένας ψυχισμός σκοτεινός, όμως αυτό είναι ένα φιλμ γεμάτο ευαισθησία, φως και ανθρωπιά (και ωραίες μουσικές), που παρακολουθεί τον ήρωά του όχι με το ενοχικό βλέμμα ενός ηδονοβλεψία αλλά με το ειλικρινές ενδιαφέρον ενός φίλου.
*δημοσιεύτηκε με παραλλαγές στον Εξώστη

Sigur Ros: Heima / μια ταινία για τους Sigur Ros
Η μυστηριακές, σχεδόν μυστικιστικές μελωδίες των ισλανδών Sigur Ros εξηγούνται καλύτερα μόνο όταν ρίξει κανείς μια ματιά στον τόπο γέννησής τους: Το ηφαιστιογενές και παγωμένο αντιφατικό τοπίο της απομονωμένης Ισλανδίας μπορεί να διαφωτίσει, κάνοντας έτσι την ακρόαση των τραγουδιών τους μια συγκλονιστική εμπειρία. Μετά από μια σειρά επιτυχημένες συναυλίες σε όλο τον κόσμο το μουσικό συγκρότημα επέστρεψε στην πατρίδα του για να δώσει μερικές απρογραμμάτισετς, δωρεάν συναυλίες σε όλη την Ισλανδία. Κι εμείς, παρακολουθούμε σκηνές από τις συναυλίες με εμβόλιμα πλάνα από τα ισλανδικά τοπία, αποσβωλομένοι τις μελωδίες των οργάνων και των εικόνων. Εξαιρετικά καλαίσθητο και καλοδουλεμένο, ένα ντοκυμαντερ που μπορεί άνετα να παρακολουθηθεί τόσο από φαν του συγκορτήματος όσο και από μη μυημένους.

Teeth / Δόντια
Μια θεούσα νεανίς, ένας όρκος παρθενίας, ένας απροσδόκητος έρωτας και μια vagina dentate -ή ελληνιστί ..ένα οδοντωτό αιδοίο! Σε μια μικρή πόλη στην καρδιά της συντηρητικής Αμερικής, η έφηβη Ντον είναι πρότυπο αγνότητας και ευλάβειας, φροντίζει για τη βαριά άρρωστη μητέρα της και αποφεύγει διακριτικά τις επαφές με τον αδερφό της, ένα «ρεμάλι» με ακόρεστες σεξουαλικές ορέξεις. Στην ήρεμη πόλη τους όμως, τα πράγματα δεν είναι και τόσο ήρεμα και φυσιολογικά, μιας και ένα τεράστιο εργοστάσιο μολύνει, καθώς φαίνεται, με χημικά τον αέρα. Και το αποτέλεσμα; Μια ιδιόμορφη «μετάλλαξη» θα συμβεί στην Ντον. Και ο όρκος παρθενίας της από θεωρία θα γίνει πράξη -κυριολεκτικά. Ακόμα και όταν θα προσπαθήσει (ή θα προσπαθήσουν να την κάνουν) να τον παραβεί, η.. φύση της θα έχει άλλη άποψη. Και η αθώα και αγνή Ντον θα μεταμορφωθεί σε μια σεξουαλική γυναίκα-εκδικητή. Ένα teen splatter που θα έβαζε τον Φρόυντ σε σκέψη αλλά και που προσπαθεί (μέχρι ενός σημείου) να κάνει κοινωνικό σχόλιο στη θρησκοληψία και τη στενοκεφαλιά της συντηρητικής Αμερικής. Κέρδισε (επάξια) πολλά γέλια και χαμόγελα.. με δόντια.

Kυριακή 30/9
I’m not there
Μυστήριο τραίνο αυτή η ιδιόμορφη ταινία-αφιέρωμα στον Μπομπ Ντυλαν. Απέχει πολύ από το να χαρακτηριστεί ντοκυμαντερ (μάλλον ο Τodd Haynes επιλέγει να ειρωνευτεί το συγκεκριμένο είδος), αλλά από την άλλη ούτε πατά σταθερά τα πόδια του στη μυθοπλασία. Επτά χαρακτήρες, επτά ιστορίες, ένας άνθρωπος. Εμπνευσμένος, καθώς λεει, από «τα τραγούδια και τις πολλές ζωές του Bob Dylan» ο Haynes δημιουργεί επτά χαρακτήρες που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο ακουμπούν στη ζωή του μεγάλου τραγουδοποιού :Ένας νεαρός νέγρος, ένας αυθάδης ποιητής, ένας μοναχικός καουμπόυ, ένας διάσημος ηθοποιός και ο διάσημος τραγουδιστής σε διάφορες εκδοχές. Να πω την αλήθεια μου, «Ντυλανική» δεν είμαι. Όχι γιατί δεν μου αρέσει η μουσική του, αλλά γιατί δεν την γνωρίζω καλά. Και νομίζω πως αυτή είναι μια ταινία που αφορά περισσότερο τους φαν του Ντυλαν, μια και είναι ολόκληρη μια αναφορά στη ζωή και στο έργο του: στα τραγούδια του, στους στίχους του, στα λόγια του, στις συνεντεύξεις του, στην καθημερινότητά του. Προσπαθούσα από εδώ και από εκεί να πιάσω το νήμα και να παρακολουθήσω κάτι για τη ζωή του πραγματικού Ντυλαν, αλλά ο σκηνοθέτης μου έβγαζε αυθάδικα τη γλώσσα και τραβώντας μου το σκοινί, με άφηνε μετέωρη να παρακολουθώ τις εικόνες και τις μουσικές και την απότομη μετάβαση από ιστορία σε ιστορία, καθώς τα κεφάλαια της ζωής και του έργου του Ντυλαν συμπλέκονταν μεταξύ τους.
Δεν ξέρω αν αυτή η ταινία μου άρεσε ή όχι. Γιατί είχε ένα περιεχόμενο που δεν μπορούσα να παρακολουθήσω. Όμως ένιωθα πως έβλεπα κάτι αλλόκοτα πρωτότυπο, που κατά ένα παράξενο τρόπο δεν με έκανε να βαρεθώ ούτε στιγμή και με έκανε να αναζητήσω τις μουσικές και τα κεφάλαια της ζωής του Ντυλαν που δεν γνωρίζω. Και ίσως μετά από ..μελέτη και εντατική ακρόαση, να το ξαναδώ.

Sunday, September 30, 2007

Νύχτες Πρεμιέρας Vol. II


[Δεύτερο κατεβατό, κι όποιος αντέξει..!]

Πέμπτη 27/9
Control, του Anton Corbijn
Ένα φιλμ για τον τραγουδιστή των Joy Division, Ian Curtis. Ένα φιλμ για ένα καταραμένο σύμβολο μιας ολόκληρης γενιάς. Ένα φιλμ όμως που δεν πραγματεύεται την καταραμένη ιστορία ενός μουσικού, αλλά την τραγική ιστορία ενός εγκλωβισμένου ανθρώπου. Ενός ποιητή πραγματικού, που τον έπνιξε ο μεσοαστισμός και η μετριότητα, που τον συνέθλιψαν οι συμβάσεις, που δεν τον χώρεσε η πραγματικότητα. Ενός ανθρώπου που δεν άντεξε την πραγματικότητα όχι γιατί δεν ήθελε, μα γιατί δεν μπορούσε. Δεν επεδίωξε την κορυφή, δεν επεδίωξε την ένταση, τη φήμη, την κατάρα για να γίνει διάσημος. Επεδίωξε την ηρεμία, την απλότητα, την καθημερινότητα –μια καθημερινότητα όμως που απλά δεν τον χωρούσε. Και τον διέλυσε. Κι έτσι, έχασε τον έλεγχο. Μόλις στα 24 του χρόνια. Η μαυρόασπρη φωτογραφία, η εκπληκτική ερμηνεία του Σαμ Ράιλυ (και η ανατριχιαστική ομοιότητα με τον Ίαν Κέρτις), η σωστή δραματουργική επεξεργασία μιας ιστορίας που στα λάθος χέρια θα είχε γίνει ένα δακρύβρεχτο μελό ή μια βαρετή βιογραφία/αγιογραφία, οι σκηνές ανθολογίας -όπως η "κατινίστικη" σκηνή του love will tear us apart- και, βέβαια, το εκπληκτικό soundtrack δεν αφήνουν περιθώρια αντίδρασης. Και όταν, στην τελευταία σκηνή, ο καπνός χαθεί στην ατμόσφαιρα υπό τους ήχους του atmosphere, ίσως μπορέσετε να επανέλθετε στην πραγματικότητα. Που όμως, θα είναι λίγο διαφορετική από πριν. Γιατί για ένα διώρο, you lost control.

Assasins: A Film Concerning Rimbaud, του Todd Haynes
Η περίφημη «μυστική προβολή» ήταν ένα αφιέρωμα στον επίκαιρο Todd Haynes (με το δικό του, πολυαναμενόμενο «I’m not there» θα κλείσουν οι φετινές νύχτες), με τρεις μικορύ μήκους ταινίες του. Το «Assassins: A Film Concerning Rimbaud », το «Superstar: The Karen Carpenter Story» και το «Dottie Gets Spanked». Όλο το «μυστήριο» γύρω από την προβολή, έγινε γιατί το Superstar είναι σε όλο τον κόσμο απαγορευμένο, επειδή ο Haynes πήρε χωρίς δικαιώματα τη μουσική των Carpenters για να ντύσει μουσικά την ταινία. Έτσι το να τη δει κανείς στη μεγάλη οθόνη είναι από σπάνιο εως αδύνατο (όπως μας είπε η παραγωγός του Haynes, Christine Vachon, επιλέχθηκε η Ελλάδα για αυτή την πολύ ξεχωριστή -και κατά βάση απαγορευμένη- προβολή, γιατί είναι ούτως ή αλλώς μια χώρα.. lawless!). Όλα αυτά βέβαια είναι τα μόνα που μπορώ να αναφέρω για την ταινία, συν το γεγονός οτι όλοι οι ρόλοι πάιζονται από κούκλες Barbie, μιας και εντέλει ..δεν την παρακολούθησα! Μετά την προβολή του Assasins, έφυγα για να προλάβω την επόμενη ταινία στο Δαναό.
Το «Assassins: A Film Concerning Rimbaud», είναι η πρώτη ταινία του Todd Haynes που γύρισε στα 20 του χρόνια, και είναι εμπνευσμένη από τη ζωή του Ρεμπώ και τη σχέση του με τον Βερλαίν. Παρουσιάζει αποσπασματικά σκηνές από τη ζωή του, με συνειδητά επιτηδευμένο, προκλητικά καλλιτεχνικό τρόπο, επενδεδυμένα με σύγχρονο soundtrack και μια κάποια «αιρετική» ματιά. Προφανώς γοητευμένος από τη βλάσφημη, αντιδραστική φιγούρα που τον συνοδεύει, ο Ηaynes αφιερώνει τις εικόνες του με λατρεία στον καταραμένο ποιητή. Μια ταινία που πιο πολύ αφορά τους φαν του σκηνοθέτη, μια και ως η πρώτη του προσπάθεια είναι σπάνια να τη βρεις στο πανί και πλέον συλλέκτικής αξίας. Σε κάποιες σεκανς μπορεί κανείς να ανγνωρίσει το βλέμμα του Todd Haynes όπως τον γνωρίζουμε αργότερα.

Once, του John Carney
Μια μουσική ταινία κυριολεκτικά διαφορετική από τις άλλες, ένα μιούζικαλ του δρόμου, ένα boy-meets-girl love story τόσο ίδιο μα και τόσο διαφορετικό από τα άλλα. Μια πραγματικά φρέσκια ταινία, μια ειλικρινά ανθώπινη ρομαντική ιστορία και μερικά τραγούδια που τρυπώνουν κατευθείαν στην καρδιά. Ανεπιτήδευτη, γλυκιά, αντισυμβατική, πρωτότυπη, απλή και ουσιαστική, η πιο αγαπησιάρικη (όχι όμως με τη γλυκερή έννοια) ταινία της χρονιάς. Στους δρόμους του Δουβλίνου, ένας περιπλανώμενος μουσικός και μια μετανάστρια που πουλάει λουλούδια θα ενώσουν ασυναίσθητα το ταλέντο τους στη μουσική, μέσα σε μια βδομάδα δημιουργικής (και όχι αμιγώς ερωτικής) συνύπαρξης. Οι νότες, τα βλέμματα, οι περιπλανήσεις, οι κουβέντες, η μουσική και τα συναισθήματα σ’ένα ζευγάρι που προσπαθεί να αρνηθεί τη χημεία του, όμως αυτή ξεπηδάει από την οθόνη μέσα από τις χειροποίητες, σχεδόν ερασιτεχνικές εικόνες του John Carney και την ιδιαίτερη μουσική των Frames. Για αθεράπευτα ρομαντικούς αλλά και για κυνικούς, η feel good έκπληξη της χρονιάς που δεν ήθελα να τελειώσει.

Παρασκευή 29/9
Υπέροχη ζωή / Life can be so wonderful
Ένα οπτικοποιημένο ποίημα με πέντε στροφές –αυτός θα ήταν ένας λυρικός τίτλος για την πρώτη ταινία του Minorikawa Osamu. Βέβαια αυτό προϋποθέτει πως το ποίημα μπροεί να «διαβαστεί» και από αδαείς και μπορεί να αποκωδικοποιηθεί από τον ανυποψίαστο θεατή. Το συγκεκριμένο φιλμ, αποτελείται από πέντε κεφάλαια-ταινίες μικρού μήκους, που πραγματεύονται την καθημερινότητα διαφορετικών ανθρώπων στη σύγχρονη (;) Ιαπωνία, επικεντρώνοντας στις μικρές λεπτομέρειες που -θεωρητικά- χρωματίζουν τη ζωή. Εντέλει, η λυρικότητα του γίνεται κουραστική, και η απλότητά του μοιάζει απλοϊκή.

Το σκάφανδρο και η πεταλούδα
/ Le scaphandre et le Papilion
Ε, S, A, R, I, N, T... Κάποιες φορές ο κόσμος έρχεται ανάποδα με τέτοιο τρόπο που ακόμα και τα γράμματα της αλφαβήτου πρέπει να διαβάζονται διαφορετικά. Όπως ακριβώς συνέβη με την εξωπραγματική -όμως πέρα για πέρα αληθινή- ιστορία του Ζαν Ντομινίκ Μπομπί: Πριν 10 περίπου χρόνια, μετά από εγκεφαλικό, ο αρχισυντάκτης του γαλλικού “Elle” έμεινε απολύτως παράλυτος, όμως με πλήρη πνευματική και διανοητική διάυγεια και με μόνη του δυνατότητα να κουνάει το ένα του βλέφαρο. Κι όχι μόνο έζησε για κάμποσο καιρό σε αυτή την κατάσταση, καταφέρνοντας να επικοινωνήσει με τους γύρω του, αλλά έγραψε και αυτοβιογραφικό βιβλίο –με τη βοήθεια πάντα ειδικών γλωσσολόγων και λογοθεραπευτών που δημιούργησαν έναν ειδικό κώδικα επικοινωνίας μαζί του.
Έχοντας μια φυσική απέχθεια σε «ταινίες νοσοκομείου» (η βαριά ανάσα που ακούγεται μέσα από τους σωλήνες της τραχειεκτομής και οι εγχειρήσεις στα μάτια είναι κυριολεκτικά οι χειρότεροι εφιάλτες μου) και στα δακρύβρεχτα μελό, πήγα να δω την ταινία περισσότερο από περιέργεια και χωρίς μεγάλες προσδοκίες. Και προέκυψε τελικά μια από τις καλύτερες ταινίες του φεσtιβάλ. Με εκπληκτική σκηνοθεσία, βλέποντας τον κόσμο μέσα από τα μάτια του παράλυτου πρωταγωνιστή, και με πολύ σωστή διαχείριση της ιστορίας ωστε να μην γίνεται παρατραβηγμένο μελό, ο Julian Schnabel γύρισε μια πραγματικά ξεχωριστή ταινία –ύμνο στη ζωή. Ξεκινώντας την ιστορία του εγκλωβισμένος μέσα σ’ένα «σκάφανδρο» που τον βύθιζε όλο και πιο βαθειά μέσα στην άβυσσο την ανυπαρξίας ο Ζαν-Ντο Μπομπί βρήκε την ψυχική δύναμη -με την κατάλληλη αρωγή- να κρατηθεί απ’ο,τι ανθρώπινο είχε μέσα του και να μετατρέψει το αβυσσαλέο σκοτάδι που τον έπνιγε (η πρωτη κουβέντα που κατάφερε να εκφράσει ήταν «θέλω να πεθάνω»), σε μια πεταλούδα, που ταξίδευε με τη φαντασία του σε μέρη φωτεινά. Χωρίς να εκβιάζει το συναίσθημα, το δάκρυ, τον οίκτο του θεατή, χωρίς να σε τραβάει από το χέρι για να σου δώσει το χαρτμάντηλο της συγκίνησης ή ..το πλακατ υπερ της ευθανασίας, το «Σκάφανδρο και η πεταλούδα» είναι μια ταινία βαθιά ανθώπινη, που σου δίνει τελειώνοντας μια παράδοξη αλλά ολοκληρωτική αίσθηση αισιοδοξίας. Υπέροχο και το soundtrack.

Ζώνη άμυνας / La zona
Κοινωνική αλληγορία, φουτουριστικό θριλερ και υπαρξιακή αγωνία στη «ζώνη άμυνας». Στην καρδιά μιας πάμφτωχης (παραγκού)πολης του Μεξικό βρίσκεται η «La Zona»: περίκλειστη, μ’ενα τείχος να τη χωρίζει από τον κόσμο, είναι μια «προνομιούχος» περιοχή, ένα πλούσιο προάστιο που ζει με την ευτυχία και την κατάρα της απομόνωσής του. Κάμερες σε κάθε γωνιά του τείχους, εσωτερική αστυνόμευση και φαινομενική ηρεμία. Μέχρι που μια νυχτερινή καταιγίδα δημιουργεί μια ρωγμή στον τοίχο -και οι πρώτες ρωγμές αρχίσουν να δημιουργούνται και στην «ιδανική» πολιτεία της Ζώνης. Ένα πλήθος από εξαγορασμένες, ένοχες συνειδήσεις προσπαθούν να κρύψουν μια αλήθεια βουτηγμένη στο αίμα, να κρύψουν όπως όπως κάτω από τα παχιά χαλιά τις βρωμιές τους και να εξαφανίσουν τα πτώματα μέσα στο ιλλουστρε περιτύλιγμα. Όταν η αυτοπροστασία μετατρέπεται σε αυτοδικία και η αίσθηση ασφάλειας σε απειλή εγκλεισμού, τότε έχετε εισέλθει στη la zona. Ο κίνδυνος μεταμορφώνει τους φιλήσυχους πολίτες σε αιμοδιψή θηρία και ο φόβος απώλειας των κεκτημένων ξυπνά τα πιο άγρια ένστικτα, σ’ενα ζοφερό κυνήγι μέχρι τελική πτώσεως. Πανέξυπνη η κεντρική ιδέα και δυνατή η αλληγορία, υπάρχουν όμως κάποια μικροπροβλήματα στην ανάπτυξη της ιστορίας που σε στιγμές μπερδεύουν και κουράζουν το θεατή. Μια συνολικά όμως πολύ καλή ταινία, που αξίζει προσοχής (και διανομής).

Thursday, September 27, 2007

Νύχτες Πρεμιέρας

[Aρκετές οι ταινίες από τη Δευτέρα που ήρθα.. Ορίστε ένα κατεβατό με αυτά που είδα ως τώρα]


Δευτέρα 25/9
Πρώτη μου μέρα στις Νύχτες Πρεμιέρας, στις οποίες κατέφθασα ενθουσιώδης αλλά ολίγον άτυχη -Το μεν πνεύμα πρόθυμο η δε σαρξ ασθενής! Με λίγο πυρετό, φτερνίσματα και πολλά χαρτομάντηλα (και λόγω συγκίνησης) κατάφερα να παρακολουθήσω μόλις μία προβολή, αλλά πολύ αναμενόμενη: Η «Εξιλέωση» (Atonement) του Τζο Ραϊτ, βασισμένη στο ομότιτλο μυθιστόρημα του Ίαν ΜακΓιουαν, που άφησε πολύ καλές εντυπώσεις στην πρόσφατη Μόστρα της Βενετίας τόσο για τη σκηνοθεσία της όσο και για την ερμηνεία της Κίρα Νάϊτλι.
Στη Βρετανία της δεκαετίας του ’30 ένας έρωτας ανθίζει μέσα στο πλουσιόσπιτο των Τάλις, ανάμεσα στον καλής ανατροφής αλλά φτωχής καταγωγής γιο της οικονόμου Ρόμπι (Τζεϊμς ΜακΑβοι) και την μεγαλύτερη κόρη της οικογένειας, Σεσίλια (Κιρα Ναϊτλι). Όμως, πίσω από τα κλειστά παράθυρα και τις γερμένες πόρτες, τους παρακολουθεί άγρυπνο το βλέμμα της μικρής αδερφής Μπράιονι, με την καλπάζουσα φαντασία και τον κρυφό πόθο της για τον Ρόμπι να την οδηγούν σε μια καταστροφική επιλογή: Ο Ρόμπι βρίσκεται στη φυλακή και μετέπειτα στην πρώτη γραμμή του πολέμου, η Σεσίλια απομένει μόνη της αναμένοντας στωικά την επιστροφή του, και η μικρή Μπράιονι βυθίζεται στις τύψεις της για την πράξη της και στην ανάγκη της για εξιλέωση, προσπαθώντας, χωρίς αποτέλεσμα, να ξεπλύνει το αίμα από πάνω της (μεταφορικά αλλά και κυριολεκτικά σε μερικές πολύ όμορφες αλληγορικές στιγμές). Το προσωπικό δράμα τριών ανθρώπων, οι λάθος επιλογές, οι στιγμές εκείνες που δεν μας αφήνουν να προχωρήσουμε μπροστά ή αυτές που μας δίνουν δύναμη να συνεχίσουμε όταν όλα δεχνουν μάταια, η τύψεις, το πάθος, το μίσος, ο έρωτας και η ενοχή μπερδεμένα μέσα στη δίνη και στον παραλογισμό του πολέμου.
Το έργο, συνολικά, δεν καταφέρνει να απογειωθεί ολοκληρωτικά (παρά μόνο σε κάποιες μεμονωμένες σκηνές), ενώ προσωπικά δεν με έπεισε η χημεία των πρωταγωνιστών. Αξιοσημείωτη είναι όμως η φωτογραφία και η σκηνοθετικη μαεστρία του Τζο Ράιτ (δεν θα εκπλαγώ καθόλου αν βρεθει στις υποψηφιότητες για Οσκαρ), ειδικά στις υπερβατικές, λυρικές και ταυτόχρονα σκληρές σκηνές της αποχώρησης από το Dunkirk που πραγματικά αφήνουν το θεατή με ανοιχτό το στόμα. Στην πολή όμορφη τελική σεκάνς, νιώθεις με κάποιο τρόπο την «εξιλέωση» που αναζητά η Μπράιονι, αλλά το συνολικό αποτέλεσμα δεν φέρνει τελικά την πολυπόθητη λυτρωση για το θεατή.

Τρίτη 26/9
Zoo
Ένα θέμα ταμπού. Ένας θάνατος που απασχόλησε τα ΜΜΕ της Αμερικής πριν κάποια χρόνια. Και ένα ντοκυμαντερ που επικεντρώνει στο συγκεκριμένο θέμα, αποφεύγοντας την ηθικολογία -αλλά και σε στιγμές ακόμα και το θέμα του το ίδιο.
Η κτηνοβασία είναι αναμφίβολα ένα θέμα που δύσκολα αγγίζεται. Και δύσκολα δείχνεται. Και, ακόμα πιο δύσκολα, κρίνεται. Έτσι, το συγκεκριμένο «ντοκυμαντερ» αποφεύγει έμμεσα να κάνει οτιδήποτε από τα τρία. Ή μάλλον, επιδιώκει μόνο να αγγίξει το ζήτημα. Χωρίς όμως να δείξει, ούτε να σχολιάσει. Υπαινίσσεται. Συμβάντα, σκηνές, απόψεις, θέσεις. Καταγράφει τις εμπειρίες πρωταγωνιστών της συγκλονιστικής ιστορίας (ένας άνθρωπος πέθανε από εσωτερική αιμοραγία μετά τη συγκεκριμένη πράξη), με τρόπο αποσπασματικό, μέσα από εμβόλικα λυρικά πλάνα, ανάμεσα σε γεγονότα. Η ταινία, είναι η αλήθεια, φαίνεται να στερείται προσανατολισμού (αν βέβαια θεωρήσουμε οτι χρειάζεται). Παρουσιάζει όμως ένα θέμα δύσπεπτο και δύσκολο. Επειδή δεν κρίνει, μου είναι δύσκολο να την «κρίνω» κι εγώ. Απλά παρακολούθησα. Κι έμεινα μ’ένα μεγάλο ερωτηματικό, μετέωρη ανάμεσα στο «σωστό» και το «λάθος» κι ακόμα πιο σαστισμένη σ’αυτό το δυσπρόσιτο ταμπού.

Broken English, της Zoe Cassavetes
Το ύφος των ταινιών «Πριν το Ξημέρωμα» και «Πριν το ηλιοβασίλεμα» τείνει πλέον να γίνει σχολή. Άλλη μια ταινία λοιπόν που έρχεται με αντίστοιχες συστάσεις από το φεστιβάλ του Sundance, και πρόκειται για την πρώτη σκηνοθετική προσπάθεια της κόρης του John Cassavetes. Βέβαια λίγη -έως καμία- σχέση έχει με το σινεμά του πατέρα της. Καταπιάνεται με μια ανάλφρη κομεντί, πράγματι στο στυλ των προαναφερθεισών ταινιών, και η αλήθεια έιναι πως διαχειρίζεται καλά το θέμα της. Η ιστορία απλή και συνήθης: μια νευρωτική νεοϋορκέζα, (πολλές) αποτυχημένες σχέσεις, κρίσεις πανικού, χαμηλή αυτοπεποίθηση, αυτολύπηση. Μέχρι που εμφανίζεται ένας υπέροχος Γάλλος, που με τα «σπαστά αγγλικά» του και το ανάλαφρο και αλαφροϊσικωτο (μα τόσο ρομαντικό) στυλ του, θα της κλέψει την καρδιά και θα τη βάλει πάλι στο πιχνίδι της ζωής και του έρωτα. Τίποτα περισσότερο, αλλά και τίποτα λιγότερο από αυτό. Ένα ευχάριστο, αθεράπευτα ρομαντικό δίωρο, με όμορφο ρυθμό, ένα υπέροχο (πάντα!) Παρίσι, έναν ερωτεύσιμο πρωταγωνιστή κι ένα ζευγάρι με καλή χημεία. Μια καλή, δοκιμασμένη συνταγή για το πρώτο βήμα της (συμπαθέστατης, όπως αποδείχθηκε από αυτά που μας είπε στην αίθουσα) Zoe. Με πιο «σοβαρό» υλικό, δείχνει πως έχει κι άλλες δυνατότητες. Για την ώρα, οι ρομαντικές ψυχές σπέυσατε, μιας και τείνουν να εκλείψουν πλέον οι γνήσια ρομαντικές καλοστημένες ιστορίες.

Τετάρτη 27/9
Waitress, της Adrienne Shelly
Μια δραματική κομεντί με πρωταγωνίστρια μια δυστυχισμένη, καταπιεσμένη κοπέλα του αμερικάνικου νότου και ..τις πίτες της. Η Τζένα είναι εγκλωβισμένη σ’έναν αποτυχημένο γάμο με το βίαιο, καταπιεστικό άντρα της να μην την αφήνει να πάρει καμία πρωτοβουλία και να επιδιώκει να την κρατά κλειδωμένη στο σπίτι. Η μόνη της διέξοδος είναι η δουλειά της, ως σερβιτόρα σ’ένα ημιπαρακμιακό diner της περιοχής, όπου δημιουργεί θεσπέσιες πίτες, εμπνευσμένες από τα καθημερινά της προβλήματα. Η μoναδική της ελπίδα να ξεφύγει από αυτό το καταπιεστικό περιβάλλον είναι να το σκάσει, μαζεύοντας (κρυφά από τον άντρα της) λεφτά για να συμμετάσχει στον εθνικό διαγωνισμό πίτας, μέχρι που μένει (χωρίς να το επιδιώκει) έγκυος και ερωτεύεται τον νέο της γυναικολόγο. Παρά τους εύθυμους τόνους και τη γλυκερή ατμόσφαιρα, πρόκειται κατά βάση για ένα δράμα, που βασίζεται σε μια κλασική συνταγή, ανακατεύει όμως με πρωτότυπο τρόπο τα υλικά του και αφήνει τελικά μια γλυκόπικρη, πρωτόγνωρη γεύση. Και παρά το φαινομενικά «νόστιμο» happy end, την τελευταία μπουκιά αυτής της πίτας μπορεί να την καταπιείτε πιο δύσκολα: όλοι οι ήρωες εντέλει έχουν συμβιβαστεί, με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο, στο καλύτερο δυνατό και όχι στο καλύτερο συνολικά... “I’m happy enough. I don't expect much. I don't get much, I don't give much. I generally enjoy whatever comes along. That's my answer for you, summed up for your feminine consideration. I'm happy enough”.

Παρανοϊκή αγάπη / Crazy love των Dan Klores, Fisher Stevens
Ένα ντοκυμαντερ για μια πραγματικά «παρανοϊκή» για τα καθημερινά δεδομένα αγάπη, που απασχόλησε τα αμερικάνικα Μ.Μ.Ε από τη δεκαετία του ’50 μέχρι και σήμερα Ένα πάθος που παρά τα σκαμπανεβάσματα και τα πρωτοφανή περισταστικά που συνέβησαν μεταξύ του ζευγαριού παραμένει ζωντανό μέχρι σήμερα, αποδεικνύοντας με τον καλύτερο τρόπο οτι ο έρωτας είναι πράγματι.. τυφλός. «If I can’t have you, then nobody can” είναι η σκέψη - κινητήριος άξονας αυτής της εμμονής, που αφήνει τον ανυποψίαστο θεατή με ανοιχτό το στόμα. Αμοιβαίες εξωσυζυγικές σχέσεις, βίαιες επιθέσεις (με τραγικα αποτελέσματα), φυλακίσεις, πρωτοσέλιδα, «παρανοϊκές» επανασυνδέσεις. Δύο τρελοί κι ένας έρωτας φυσιολογικός.. Ή μήπως ο Μπερτ και η Λιντα είναι «φυσιολογικοί» και ο έρωτας τους τρελός; Ένα ντοκυμαντερ που βασίζεται στη δύναμη του θέματός του, αλλά είναι λίγο διεκπεραιωτικό ως προς την κατασκευή του.

Black sheep, του Jonathan King
“The violence of the lambs” θα μπορούσε να είναι ο υπότιτλος αυτής της ταινίας, που μόνον ο όρος “Frankensheep” είναι ικανός για να σας εισαγάγει στην παράνοιά του: Γενετικώς μεταλλαγμένα πρόβατα, που διατηρώντας το αθώο «αρνάκι-άσπρο-και-παχύ» παρουσιαστικό τους, μεταμορφώνονται εσωτερικά σε ανηλεή σαρκοβόρα τέρατα που επιτίθενται και κατασπαράζουν ο,τι κινείται, μετατρέποντας συγχρόνως (o,τι απομένει από) αυτό σε σαρκοβόρο πρόβατο. Ένα σπλάτερ με πρόβατα λοιπόν, για τους φαν του είδους (του σπλάτερ, όχι των προβάτων). Πολύ πρωτότυπη η κεντρική ιδέα και έξυπνη η αποτύπωσή της, μιας και τα πρόβατα διατηρούν το άκακο και αθώο ύοφς τους καθ’όλη τη διάρκεια της ταινίας, κι έτσι ο αιφνιδιασμός της πρωτοφανούς επιθετικής τους φύσης πετυχαίνει κάθε φορά, αν και το στορυ δεν αναπτύσσεται και δεν εξελίσσεται καθόλου. Όχι πως χρειάζεται κάτι περισσότερο μια τέτοιου είδους ταινία, αφού το fun της διατηρείται στο ακέραιο. Τα σχόλια για τα ενδοοικογενειακά προβλήματα, την παρέμβαση του ανθρώπου στη φύση και για τη βιοηθική σαφώς και (μπορούν να) μπαίνουν σε δεύτερη μοίρα. Ο σκοπός του έργου επιτυγχάνεται στο έπακρο (αν και εξαντλείται εκεί) στις σκηνές ανθολογίας με τα τεράστια κοπάδια από αφράτα, πανάγαθα πρόβατα να κατεβαίνουν απειλητικά το λόφο με επική μουσική υπόκρουση εκστρατείας. Μπεεεεε!
*Δημοσιέυτηκε με παραλλαγές στον Εξώστη

Thursday, September 20, 2007

Εικόνες μικρού μήκους

[Ανταπόκριση από το Φεστβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους της Δράμας]

Εικόνες, εικόνες, εικόνες. Εδώ, που το "μέγεθος" δεν μετράει, τα πάντα έχουν να κάνουν με εικόνες. Εικόνες στη μεγάλη οθόνη, από κινηματογραφιστές από κάθε γωνιά του κόσμου που μας καταθέτουν κομμάτια της ψυχής τους μέσα από τα φιλμ τους, εικόνες από τους ηλιόλουστους ή βροχερούς δρόμους της Δράμας, από τα πρόσωπα των διψασμένων σινεφιλ και των ενθουσιωδών δημιουργών.
Το 13ο Διεθνές Διαγωνιστικό τμήμα του Φεστιβαλ μου έχει αφήσει μέχρι στιγμής τις καλύτερες εντυπώσεις. Το ισπανικό «Salvador», με θέμα του τις πρόσφατες επιθέσεις αυτοκτονίας στη Μαδρίτη, θέτει με εύστοχο, αιχμηρό αλλά ταυτόχρονα ευαίσθητο τρόπο ενδιαφέροντα ερωτήματα, ενώ το γαλλοσενεγαλέζικο «Ουσμαν» με άγγιξε και με συγκίνησε, το καλογυρισμένο αμερικάνικο «Chicxulub» άφησε επίσης καλές εντυπώσεις. Το κωμικό γαλλικό ο "Μότσαρτ των πορτοφολάδων" κέρδισε τα χαμόγελα αλλά και την προσοχή των θεατών, ενώ ο σουρεαλιστικός, αλληγορικός «Οσφριστής» επιβεβαίωσε την υποψία ότι από τη Νορβηγία έρχεται ένα σινεμά σύγχρονο και πρωτοποριακό. Το γερμανικό "Ακτίνα φωτός" μου κράτησε το ενδιαφέρον με τον πολύ καλό ρυθμό του και την έξυπνη κεντρική ιδέα του, ενώ στο σημερινό πρόγραμμα, ξεχώρισα το βραζιλιάνικο "Σάλιο" με τις περιπέτειες και τις αγωνίες ενός πρώτου φιλιού και το σπαρακτικό "Ela" από το Ην. Βασίλειο.
Στο ελληνικό τώρα πρόγραμμα, που το Φεστιβάλ γιορτάζει τα 30 του χρόνια, είδαμε μέχρι τώρα το τμήμα "Έλληνες του κόσμου", με παραγωγές υψηλού επιπέδου, αλλά ιδέες όχι τόσο πρωτότυπες, συνήθως με αρκετές δόσεις νοσταλγίας. Στο τμήμα των σπουδαστικών ταινιών πολλές οι νέες ιδέες και ιδιαίτερα ελπιδοφόρες παραγωγές γενικότερα, που με γέμισαν αισιοδοξία, όπως το καλοστημένο και έξυπνο "76.543" του Ζαχαρία Μαυροειδή και η "Χάρη" του Γαβριήλ Τζάφκα.
Αλλά αισιοδοξία δε με γέμισαν μόνο οι εικόνες επί της οθόνης, αλλά και τα όσα βλέπω έξω από τις αίθουσες, στους δρόμους της Δράμας. Ενδιαφέροντες δημιουργοί, σημαντικοί Άνθρωποι, όμορφες στιγμές, γλυκά ξενύχτια, βροχή ανακατεμένη με ήλιο, κουβέντες και τσιγάρα, άνθρωποι μπλεγμένοι σε εικόνες, εικόνες, εικόνες.
Μικρού μήκους ταινίες, μα μεγάλου μήκους όραμα σ’ αυτή την πόλη, που για αυτή τη βδομάδα χτυπάει η καρδιά της κινηματογραφόφιλης Ελλάδας. Ο παλμός της με παρασέρνει. Εσείς, τον ακούτε;

Wednesday, May 9, 2007

Take Me There...





Wong Kar Wai, Bela Tarr, Denis Arcand, Cohens, Quentin Tarantino, Gus Van Sant.

Enough said.


[Enough with wishful thinking....]

Sunday, March 25, 2007

Έντεκα πράγματα που αγαπώ στη Θεσσαλονίκη την περίοδο των κινηματογραφικών Φεστιβαλ

  1. Η επιστροφή από την παραλία μετά τις μεταμεσονύχτιες προβολές στις αποθήκες.
  2. Τα καθίσματα στην αίθουσα Παύλος Ζάννας. Αγαπώ να τα μισώ (μεγάλο πιάσιμο, σχεδόν προτιμώ να κάθομαι κάτω!..).
  3. Οι συζητήσεις με τους δημιουργούς των έργων μετά το τέλος της προβολής και οι προβοκατόρικες ερωτήσεις κάποιων θεατών.
  4. Η μυρωδιά από τον Τερκενλή που μοιάζει ακόμα πιο έντονη (κι όμως, γίνεται!) όταν βγαίνεις από το Ολύμπιον έχοντας παρακολουθήσει ένα τρίωρο ή τετράωρο έργο..
  5. Οι άνθρωποι κάθε.. είδους και ηλικίας που μελετούν με εμβρίθεια το πρόγραμμα του Φεστιβαλ στα λεωφορεία και στα καφέ. Νιώθω συνένοχη σε μια υπέροχη συνωμοσία.
  6. Ο εξώστης στο Ολύμπιον.
  7. Τα barακια γεμάτα από χαρούμενες φετσιβαλόφατσες που ξεδίνουν. (Αυτός απέναντι που χορεύει ξέφρενα τις eightίλες καθόταν στην απογευματινή προβολή στο διπλανό κάθισμα παρακολουθώντας με ειλικρινή αφοσίωση ένα ντοκυμαντερ για τυφλά παιδιά στην Ινδία που βρήκαν το δρόμο του Θεού).
  8. Οι συναυλίες (call me «παράλληλες εκδηλώσεις»).
  9. Η διαδρομή Αριστοτέλους-Αποθήκες (-Βακούρα-Μουσείο) τρέχοντας για να προλάβω επόμενη προβολή στο υπερφορτωμένο πρόγραμμα. Αντί να με κουράζει, μου δίνει ενέργεια για την επόμενη προβολή.
  10. Η αριστερή πλευρά στο Ολύμπιον, που όσο γεμάτη κι αν είναι η αίθουσα, πάντα βρίσκω μια άδεια θέση για να κάτσω.
  11. Οι αγαπημένοι «τουρίστες με τις διαπιστεύσεις» (σκηνοθέτες, press κ.λπ.) που ανεβοκατεβάινουν χαμογελαστοί την Τσιμισκή και ζητάνε οδηγίες για να βρούνε τους δρόμους.

*bonus: τα καλά παιδιά που δουλεύουν στο Φεστιβαλ και αφήνουν τους σινεφιλ φοιτητές να μπαίνουν τζάμπα [και να κάθονται στους διαδρόμους-μην παίρνουμε και τις θέσεις των ανθρώπων:)))]

[το concept της εντεκάδας είναι προφανώς εμπνευσμένο από τον no1 λιστολόγο της ελληνικής μπλογκοσφαιρας, τον enteka]