Monday, April 30, 2007

Court metrage

[Μια ιστορια γελιου, για ταλεντα που πανε χαμενα]

Χτες βραδυ, παρακολουθωντας την τελετη ληξης του 2 CrashFest (φεστιβαλ φοιτητικων και σπουδαστικων ταινιων), μ'επιασε ενα παραπονο. Γιατι ολοι αυτοι και οχι εγω; Γιατι να μην εχω γυρισει κι εγω καμια ταινιουλα αφου τοσο τον αγαπαω τον κινηματογραφο, και επεσα κατευθειαν στις κριτικες;
Μετα απο συντομη περισυλλογη, συνειδητοποιησα σοκαρισμενη γιατι πηρα τοσο νωρις τον λαθος δρομο. Μα, αγαπητε εαυτε -συνειδητοποιησα θριαμβευτικα- αφου εχεις ηδη γυρισει μια μικρου μηκους ταινια! Μαλιστα! Κι ηταν μια μια εμπειρια τοσο συγκλονιστικη αλλα και ρεζιλευτικη που εχει απωθηθει απο το μυαλο μου, συγχρονως ομως συνεχιζει να με επηρεαζει βαθυτατα, βολταροντας ελευθερα στο υποσυνειδητο μου.
Η συλληψη και η πραγματοποιηση της ταινιας εγινε τη βραδια πριν φυγω για Θεσσαλονικη, πριν 2 περιπου χρονια. Ειχαμε μαζευτει η στενη παρεα και αφου μεθυσαμε επαρκως σε καποιο club, βρεθηκαμε αξημερωτα για λογους που αυτη τη στιγμη αγνοω σε μια πλατεια/παρκο στο Παλαιο Φαληρο. Για επισης αγνωστους λογους, μια απο τις κοπελες που ηταν στην παρεα ειχε μαζι της βιντεοκαμερα. Αφου ειπαμε (και καναμε) διαφορες βλακειες, καποιος (οχι δεν ημουν εγω που να χτυπιεστε) εριξε καπως την ιδεα να γυρισουμε ενα ταινιακι. Η ιδεα βρηκε αμεσως γονιμο εδαφος (ημαστε ολοι ψωναρες και εγω συγκεκριμενα wannabe σηνοθετις) και ετσι με προχειρες ιδεες απο εδω και απο εκει, αρχισε να δημιουργειται το υποτυπωδεστατο σεναριο (το οποιο, σας διαβεβαιω, παρεμεινε υποτυπωδες μεχρι το τελος).
Η κεντρικη ιδεα βασιστηκε σε μια αλλη φιλη, η οποια μολις ειχε περασει Ψυχολογια. Εκεινη θα ηταν η ψυχολογος μας και εμεις οι διαφοροι «τρελοι» χαρακτηρες. Το βασικο concept ηταν οτι εμεις θα της παρουσιαζαμε τα προβληματα μας κι αυτη θα εντοπιζε τη ριζα τους και θα μας βοηθουσε να τα ξεπερασουμε. Ο καθενας αρχισε να προτεινει προβληματα για τον εαυτο του και για τους αλλους, αξιοποιωντας το γυρω περιβαλλον, το οποιο μας ενεπνευσε σε πολλα θεματα (οπως π.χ. στη δημιουργια του δικου μου χαρακτηρα), αλλα και τις προσωπικοτητες των πρωταγωνιστων. Δεν εχω συγκρατησει δυστυχως ολα τα ονοματα και τους χαρακτηρες με ακριβεια (ειπαμε, η μνημη οταν δε θελει να θυμαται παιζει παραξενα παιχνιδια). Η μια παντως ηταν η Παρθενα Τσιμπουκη, μια θεουσα κυρια καθωσπρεπει και ηθικων αρχων, που στην πραγματικοτητα ηταν νυμφομανης. Ο αλλος ηταν ενας σκληρος αστυνομικος (Ταξιαρχος κατι λεγοταν) που στην πραγματικοτητα ερωτευοταν τα αναρχικα θυματα του. Ο τριτος ηταν ενας "αγαλματολαγνος" (!) (σημ. λεξη που δημιουργησαμε εκεινη τη στιγμη, για να περιγραψει καποιον που ..ερωτευεται αγαλματα), ο οποιος κατι μετα ειχε να κανει με τον αστυνομικο (στο τελος ερωτευτηκαν και εφυγαν αγκαλιασμενοι και ανεμελοι στην παραλια), η αλλη ηταν η Καρλοτα ντιΡαντα (ναι, αυτη ημουνα εγω) που ημουν.. "γητευτης δρακων" (μη γελατε, δεν εχει σχεση με εμενα, απλα ειχε κατι αγαλματα μοντερνας τεχνης εκει γυρω που εμοιαζαν με δρακους. Επισης, δε θα κουραστω να επαναλαμαβανω, ημασταν αρκουντως μεθυσμενοι) που στην πραγματικοτητα αγαπουσε τις γατουλες και φοβοταν τρομακτικα τα τερατα. Ηταν και μια ακομα κοπελα που ομως εχω ξεχασει εντελως τον χαρακτηρα που "υποδυοταν".
Καθομασταν που λετε ολοι οι τρελοι σε εναν κυκλο στα γρασιδια και η ψυχολογος με υπομονη ακουγε το προβλημα μας. Μετα ο καθενας με τη σειρα του εκανε μια αναπαρασταση στο χωρο, που αναδεικνυε το προβλημα του σε ολο του το μεγαλειο και σε καποια στιγμη ερχοταν η ψυχολογος, "παγωνε" την εικονα (δηλαδη εμεις σταματαγαμε να κουνιομαστε αλα "αγαλματακια ακουνητα"), εκανε ενα rewind (δηλαδη εμεις καναμε τις ιδιες κινησεις απο την αναποδη με τραγελαφικα προφανως αποτελεσματα), εντοπιζε το καιριο σημειο οπου μας δημιουργηθηκε το τραυμα και ω του θαυματος μας θεραπευε (μερος ομως του προβληματος μας το φορτωνοταν κι εκεινη -συμβολικα, της φορτωναμε ενα απο τα αξεσουαρ που φορουσαμε).
Τελικα γιατρευτηκαμε ολοι και τρελαθηκε εκεινη.
Φυσικα δεν θα μπορουσαμε να παραλειψουμε το soundtrack, το ημισυ του παντος για μια επιτυχημενη ταινια (δεν πιστευω να αμφιβαλλει κανεις οτι το αλλο ημισυ υπηρχε και με το παραπανω;;). Επειδη δεν διαθεταμε προηγμενα τεχνολογικα μεσα, η μουσικη επενδυση εγινε με ringtones απο το κινητο. Μιλαμε για υπερπαραγωγη.
Ο τιτλος του αριστουργηματος; "Η Νυχτα των Τρελων".

Τωρα που τα ξαναδιαβαζω, συνειδητοποιω γιατι εχω απωθησει απο τη μνημη μου αυτη την εμπειρια και γιατι το εριξα κατευθειαν στο θεωρητικο του κινηματογραφου. Το VHS (προηγμενα μεσα επαναλμβανω) της ταινιας βρισκεται ντουλαπιασμενο σε ενα σπιτι στο Π.Φαληρο (οχι στο δικο μου), ενω το αριστουργημα δεν το εχω δει ποτε ολοκληρωμενο σε οθονη (ή καλυτερα, στη μεγαλη οθονη που του αναλογει). Τωρα που το θυμηθηκα, οταν ξανακατεβω Αθηνα, θα απαιτησω το αντιτυπο που μου αναλογει (για να το στειλω στο επομενο CrashFest και να κερδισω καμια βιντεοκαμερα).
Οπως καταλαβατε, εχετε να κανετε με μια σταρ.

[Να παρει, και ειχα περασει για σοβαρο ατομο μεχρι τωρα.]

Friday, April 27, 2007

"De battre mon coeur s'est arrêté", του Jacques Audiard


Ένα θηρίο ανήμερο. Ματωμένες γροθιές, ανοιχτοί λογαριασμοί και «μαύρο χρήμα».
Κι ένα πιάνο. Μια σύνθεση του Bach, ξανά και ξανά, εξαντλητικά, κάθε μοναχικό βράδυ.
Τα ίδια ματωμένα δάχτυλα που με το φως της μέρας γρονθοκοπούν αλύπητα αθώους και διώχνουν ανθρώπους από τα σπίτια τους, είναι αυτά που κάθε βράδυ χαϊδεύουν απελευθερωμένα, σχεδόν ερωτικά τις νότες του παλιού πιάνου.
Κάθε βράδυ, αυτές οι λίγες ώρες πάνω από το πιάνο, είναι οι μόνες στιγμές γαλήνης που σιγά σιγά εξημερώνουν το άγριο, επιφανειακά αναίσθητο θηρίο. Οι μόνες ώρες που o Τομά καταφέρνει να ξεφεύγει από τον πιεστικό πατέρα του, που τον βυθίζει κάθε μέρα πιο βαθιά στον βούρκο, και τους «φίλους» και συνεργάτες του που τον τραβάνε καθημερινά όλο και πιο βίαια στα σκοτάδια της παρανομίας.
Είναι εκείνες οι στιγμές που ο ηλεκτρονικός βόμβος που τραντάζει ολημερίς τα αυτιά του μέσα από τα ακουστικά, μετατρέπεται σε πραγματική μουσική μέσα του.
Μια μελωδία, ένα μοναδικό φως στο σκοτάδι που έχει βυθιστεί.
Μια μελωδία, ξανά και ξανά, μέχρι να την τελειοποίησει, μέχρι την μεγάλη οντισιον, μέχρι αυτός να τρελαθεί, μέχρι το μέτρο της να συγχρονιστεί με τους χτύπους της καρδιάς του και τότε αυτή, πάνω στην κορύφωση, να σταματήσει, να τον απελευθερώσει.
Μια μελωδία που θα τον κάνει να βρει τον εαυτό του και να κατανοήσει γιατί η μουσική είναι η αυτή που μπορεί να εξημερώσει και τα πιο άγρια θηρία: Γιατί είναι η μόνη που τα εξημερώνει χωρίς να τα κλείνει σε κλουβιά, μα φέρνοντας γαλήνη στην ψυχή τους.

[Η ταινία γυρισμένη το 2005, κυκλοφορεί σε DVD με τίτλο "Ο χτύπος που έχασε η καρδιά μου"]

Monday, April 23, 2007

Poppy Fields Forever

Μακαρι ολες οι μερες μου να ειναι τοσο γεματες οσο το σαββατοκυριακο που περασε.
Στιγμες, ανθρωποι, συναισθηματα, δραστηριοτητες.
Και στο τελος, ενα ηλιολουστο ταξιδι με το τραινο, αναμεσα σε λιβαδια με παπαρουνες.
Ευτυχια!

Πως το λεει καπου ο Brel;

"Je pars aux fleurs la paix dans l'âme.."

Friday, April 20, 2007

Εδω κι Εκει











Σημερα θα'θελα να πω πολλα.
Τα καλα ξεχειλιζουν
και τα κακα με πνιγουν,
φυσικα στο τελος της μερας μου εχουν μεινει μονο τα αρνητικα
γιατι ηλιθιωδως επιμενω να κανω το ιδια λαθη
και, το χειροτερο, προσποιουμαι οτι δεν με πειραζουν.
Δεν πειραζει.
Το θεμα μου αποψε ας ειναι το "εκει" που εγινε πια "εδω".

Και για ενα σαββατοκυριακο παλι εδω (δηλαδη εκει..).


[οι φωτογραφιες, κατα σειρα: Απογευμα στο ΠορτοΧελι, Ηλιοβασιλεμα στο Θερμαικο, Ξημερωμα στη Νορβηγια, Απογευμα στην Ναυαρινου, Νυχτα στη Φιλοθεη, Ηλιοβασιλεμα στην Αλεξανδρας, Τρενα στον Κεραμεικο, Βραδυ στο Λευκο Πυργο, Νυχτα στην Αριστοτελους, Μεσημερι στην Πνυκα]

Wednesday, April 18, 2007

"Ο Δαιμονιστης", του Αυγουστου Κορτω

Δαιμονίστηκα απνευστί. Και εν μια νυκτί.
Ναι, ένας δαιμονιστής κατάφερε να εισδύσει μέσα μου, όχι όμως με τον τρόπο που περιγράφει στο νέο του βιβλίο ο Αύγουστος Κορτώ. Ο δικός μου δαιμονιστής ξεπήδησε μέσα από τις σελίδες του βιβλίου και βούτηξε μέσα στην ψυχή μου. Και συνυπάρχοντας μαζί της, την τριβελίζει εδώ και κάμποσες μέρες.

Στην τραχειά και νοσηρή επιφάνεια του βιβλίου αυτού, θα μπορούσε να πει κανείς οτι, εν ολίγοις, σκιαγραφείται με αδρές γραμμές η ομοφυλόφιλη Αθήνα και ο σκοτεινός λαβύρινθος της διαδικτυακής επικοινωνίας. Μέσα όμως στη δαιμονισμένη του ψυχή, αυτό το βιβλίο κρύβει πολλά περισσότερα. Πίσω και μέσα από τις σκληρές και συχνά διεστραμμένες περιγραφές, όπου το ανθρώπινο σώμα εξευτελίζεται σε ακραίο βαθμό και κατακρεουργείται, κρύβεται το πραγματικό, το ουσιαστικό βασανιστήριο -το βασανιστήριο της ψυχής.
Διαχωρίζοντας ιδιοφυώς ψυχή και σώμα -με το εύρημα της ύπαρξης των άψυχων «δαιμονιστών» που περιφέρονται ατέρμονα από σώμα σε σώμα διαμέσου της επαφής- ο συγγραφέας καταφέρνει να κοιτάξει βαθιά μέσα στα άδυτα της ανθρώπινης ψυχής, με τον πιο ιδιόμορφο τρόπο: επικεντρώνοντας στο α-ψυχο σώμα. Τα δαιμονισμένα, άψυχα κορμιά που παρελαύνουν ως χαρακτήρες στις σελίδες του βιβλίου, υποβάλλουν τους εαυτούς τους σε κάθε είδους ακρότητα, προεχόντως σωματική, μιας και δεν φοβούνται την παροδική, επιφανειακή φθορά του σώματος. Δεν τους αφορά. Το κορμί τους είναι απλά ένας μανδύας που περικλύει τη δαιμονισμένη τους ψυχή και που όταν αυτό φθαρεί ή τους κουράσει, θα το εγκαταλείψουν. Έτσι το υποβάλλουν σε κάθε είδους δοκιμασία χωρίς οίκτο. Και έτσι, ενώ επιφανειακά εξετάζονται τα όρια της ανθρώπινης αντοχής, τα όρια του σώματος, αυτά που τελικά εξερευνώνται -με συγκλονιστική καθαρότητα-, είναι τα όρια της ψυχής. Αυτής της αβύσσου, αυτής της κόλασης και μαζί και παραδείσου.
Απογυμνωμένη από την ανάγκη του σώματος, αλλά ταυτόχρονα συνυφασμένη και με αυτό, η ψυχή των δαιμονιστών φτάνει στα άκρα, εξερευνώντας έτσι και τα δικά μας όρια. Αδηφάγος και ακόρεστη -σεξουαλικά- η ψυχή των δαιμονιστών, αχόρταγη και παμφάγος η δική μας ψυχή -σε κάθε τομέα. Μόνο που εμείς κρύβουμε αυτή την άβυσσο, ο καθένας προσεκτικά και με τον τρόπο του, για να μπορέσουμε να επιβιώσουμε, για να μπορέσουμε συνυπάρξουμε με τους άλλους. Κάθε μέρα της ζωής μας προσποιούμαστε πως δεν υπάρχει αυτή η άβυσσος, πως δε μας αφορά, πως είμαστε μόνο μια ανέφελη επιφάνεια. Και διάγουμε, συνήθως, ευτυχώς. Όσο μάλιστα μεγαλύτερη η άγνοια και η προσποίηση, τόσο μεγαλύτερη και η ευτυχία. Όμως οι δαιμονιστές, πλάσματα άχρονα και αιώνια, που περιφέρονταν στον κόσμο απο πάντα και για πάντα, δεν μπορούν να μεταμφιέζουν πια αυτήν την νοσηρή άβυσσο σε συμβατική ευτυχία. Απαιτούν το παν, απαιτούν να δουν τα άκρα και να βουτήξουν στην άβυσσο, κι ας ξέρουν πως θα βυθιστούν σενα σκοτεινό δρόμο χωρίς γυρισμό.
Και ο Κορτώ, σαν δαιμονιστής και αυτός, βούτηξε σαυτή την άβυσσο, την αποτύπωσε στις σελίδες του βιβλίου του και μας την αφήνει έκθετη, για να τη δούμε κι εμείς. Κι αν έχουμε το θάρρος, να τη συγκρίνουμε με τη δική μας..

[το βιβλιο κυκλοφορει απο τις εκδοσεις Καστανιωτης]

Saturday, April 14, 2007

Αυλαια

[Πολλες παραστασεις αυτη τη χρονια, θα ερθουν κι αλλες πιθανως. Σημερα μια συντομη αναφορα σ'οσες μου κινησαν το ενδιαφερον μεχρι τωρα, με ανακατη σειρα (πολλες απο τις παραστασεις εχουν ηδη κατεβει)]


Δαφνις & Χλοη, ταξιδι αναψυχης: ενα ταξιδι στην παιδικοτητα και τον αυτοσχεδιασμο, ενας υμνος στην παιδικοτητα και τη.. μωρια, χρηισμοποιωντας τα πρωτογενη υλικα του θεατρου. Ενα ιδιοφυες παιχνιδι που προσωπικα με παρεσυρε. (θεατρο Πορεια)

GoΛFΩ version 2.3 beta: Ποιμενικο ειδυλλιο και γιαπωνεζικα manga, ενας συνδυασμος εκρηκτικος -και που ευκολα γινεται γελοιος. Ομως στο πιο επιτυχημενο θεατρικο πειραμα της χρονιας, στο αγαπημενο Bios, βγηκε μια παρασταση απολαυστικη, πρωτοτυπη και ιδιαιτερη, με απολυτο σεβασμο στο πνευμα της αγαπητης βοσκοπουλας (με το κειμενο απο το πρωτοτυπο).

Οι αγριοι (ή ο αντρας με τα θλιμμενα ματια): Ενας συνδυασμος απο Dogville και Χανεκε, ενα συγχρονο εργο ιδιαιτερο σε μια εξαιρετικα καλοστημενη παρασταση με καταπληκτικες ερμηνειες (τι να πει κανεις για Ξαφη, Σαουλιδου, Σαμαρα; la creme de la creme!) στον Εξωστη του Αμορε. Αδηφαγα πλασματα με αγαθα προσωπεια σε μια πανεξυπνη και σκληρη αλληγορια πανω στην αλλοτριωση (κοινωνικη και προσωπικη).

Νοσφερατου Διδοντικους: Μαυρη, δαιμονικη, βρικολακιασμενη κωμωδια που μας ταξιδευει στα Καρπαθια για μια επισκεψη στον πυργο του αγαπητου Κομη. Αλλη μια παρασταση με ταπεινα υλικα, μα με υπεροχο αποτελεσμα. Αυτος ο Νοσφερατου ας το ρουφηξει το αιμα μας! (θεατρο της Ανοιξης)

Τσινετσιτα: Ενα σινεφιλικο ανεκδοτοτο, καθε μια σκηνη "κατι σου θυμιζει", καθε φραση και σκηνη απο μια αναφορα. Ενας κλεφτης ποδηλατων συναντα την Καμπιρια και ζητα να ζησει μια Dolce Vita -μα η Via Venetto ειναι τοσο μακρια απο τη Via Garibaldi.. Δυο πορνες θα αναζητησουν τη δοξα της τσινετσιτα και εμεις ακολουθωντας τες θα βουτηξουμε στη νοσταλγια ενος cinema paradiso. (θεατρο Αλικη)

Ενα ονειρο (κατα το ονειρο Θερινης Νυχτας): Ο personal favourite Μαστορακης εφτιαξε με υλικο ονειρων μια συγχρονη διασκευη του διαχρονικου εργου του Σεξπηρ. Δεν εχω πολλα να πω: ενα ονειρο! (στο υπογειο του Θεατρου Τεχνης).

Επτα Λογικες Απαντησεις: Καμια απαντηση. Μονο ερωτησεις. Λογικες ή παραλογες, μας βομβαριζουν σαν γροθιες στο στομαχι. Η συγχρονη ελληνικη δραματουργια στα καλυτερα της.(Απλο θεατρο)

Ερρικος ο Δ': Αν και κατα τη γνωμη μου ηταν μια παρασταση πολυ "επεξηγηματικη" και διδακτικη, δεν μπορω να μην υποκλιθω στα σκηνικα και τα κοστουμια του Διονυση Φωτοπουλου, αλλα και στην ιδιοφυια του αγαπημενου μου Πιραντελλο.

Πολυ κακο και τιποτα: Μια ακροβασια του Ρηγου αναμεσα σε κλασικα αποσπματα απο κειμενα του Σεξπηρ και στην exrtavagant κιτσερελα, με συγχρονο soundtrack και χορογραφιες. Υπηρχαν στιγμες που η παρασταση απογειωνονταν και στιγμες που γινοταν υπερβολικη χωρις λογο. Η μοναχικη χορογραφια ομως του Hope there's someone του σπαρακτικου Antony καθως και η χορογραφια τελους, μου καρφωθηκαν κατευθειαν στην καρδια.

(δεν θυμαμαι αλλα προς στιγμην, ομως σιγουρα κατι ξεχναω. Πιθανον να επανελθω με update)

Friday, April 6, 2007

Σπαραγματα πολης

Ενα μαυρο Agila, βολτες σε ολη την πολη.
Ειναι σχεδον αστειο, το ενα ποδι εδω, το αλλο εκει, και τα δυο να δειχνουν να πατουν σταθερα, αλλα τελικα τρεκλιζω. Ένας "εξαίσιος ίλιγγος".
Δεν ειναι οτι δεν κατεβαινω συχνα. Ισα ισα, φιλοι μου "επανω" με κοροιδευουν, οτι δεν εχω αγαπησει αρκετα τη συμπρωτευουσα.
Αλλα δεν ειναι αυτο. Κατεβαινα για συγκεκριμενους λογους καθε φορα. Για ανθρωπους που ειναι εδω. Καθε φορα με συγκεκριμενο σκοπο, συγκερκιμενο προορισμο. Ενα θεατρο, μια συναντηση, μια συναυλια, ενα καλεσμα, παντα για κατι. Αλλα ποτε για την ιδια την πολη.
Αυτη τη φορα, για τις πασχαλινες διακοπες, εκανα ενα απροσμενο δωρο στον εαυτο μου. Φαινεται το ειχα υποσυνειδητα αναγκη. Ξαναγνωρισα την πολη μου.
Και εβάλα στη θεση τους πολλα κομματια απο ενα παζλ πολυ μπερδεμενο.
Σκηνη πρωτη, Σαββατο βραδυ, στο μαυρο Agila απο το σταθμο κατευθειαν στο πρωτο αγπημενο "Β" της Αθηνας. Κινηση, φωνες δυνατη μουσικη απο τα παραθυρα, απορημενα βλεμματα απο τα διπλανα αμαξια.
Η αγαπημενη μου πρωινη διαδρομη, η Σταδιου, η Πανεπιστημιου και μετα πανω στα στενα- Κολωνακι και Λυκαβητο. Το βραδυ ειναι πιο ωραια, φωτισμενα τα μεγαλεπηβολα κτιρια (παντα θα το αγαπω αυτο το λαθος μου). Πρωινα ραντεβου εξω απο το Ιντεαλ. Το γυαλινο τζαμι στη Βασιλισσης Σοφιας και Πανεπιστημιου και οι ανθρωποι κατω σαν μυρμηγκια.
Ας κατηφορισουμε παλι, στην Ομονοια. Την αγαπαω και χαλασμενη.
Στην Πειραιως, κολλημενοι, φωνες, "Γκολφωωωω" και γελια.
Σκηνη Δευτερη, με αλλο αυτοκινητο, και αλλη διαδρομη. Αλλη διαθεση. "Γνωρισε μου την Αθηνα", οπως παλια. "Αχ, κοιτα, ο Κεραμεικος ειναι διπλα στο Βιος" "Οχι, γλυκο μου. Το Βιοs ειναι διπλα στον Κεραμεικο".
Πισω στο Θησειο, στην Ηρακλειδων. Η παλια γειτονια στην Καλλισθενους, χαμενη.
Ολα ενωνονται και εντυπωσιαζομαι ξανα.
Τα κομματια του παζλ δεν ειναι πια χωρισμενα.
Στην τριτη σκηνη, στο Κολωνακι με τα σφιγμενα ξινα προσωπα. Μεσα μου η ψυχη μου γελαει με την ξινιλα τους. Λυνονται πολλα προσωπα -ενα μειδιαμα προς το μερος μου. Γελαω απο μεσα μου. Μ ε τον εαυτο μου αυτη τη φορα. "Σε εσενα χαμογελουν, γιατι τους ξερεις. Μην προσποιεισαι πως δεν ανηκες ποτε εδω". Μα δεν ανηκα.
Βολτες στα Εξαρχεια, συνθηματα στους τοιχους, ο Σκουφιας και το Καφετι. Δεν μπορω να παω μονη μου, παντα θα χανομαι. Ε αφου ειπαμε, ξενη στην πολη μου. "Δεν τα φοβαμαι πια τα Εξαρχεια το βραδυ", οπως τοτε. Γελαω παλι με τις σκεψεις μου.
Το επομενο καρε στην ηλιολουστη Πνυκα. Στον διπλα βραχο, οχι σε αυτον που πανε οι πολλοι. Ηρεμια. Σκεψεις. Ποιον κοροιδευουμε; Γελια, ποιες σκεψεις;
Η Αρεοπαγειτου συνεχιζει, και ομως.
Και φτανει, που; Ναι, δεν το μαντεψα, στον Κεραμεικο.
Η Πλακα για τους τουριστες. Ή αυτους που αισθανονται τουριστες στην πολη τους.
Εχει κι αλλα, πολλα. Η Κολοκοτρωνη και το δευτερο "Β" της πολης. Ωραια ηταν πριν το ανακαλυψουν ολοι, ωραια και τωρα που εχει γινει σημειο συναντησης.
Πανω κατω στον ιδιο δρομο, γυρω γυρω το ιδιο τετραγωνο, σαν να ειναι ολα ιδια. Ψαχνουμε για θεση. Μαλλον για στιγμες ψαχνουμε.
Ειναι ωραια να ξανα ανακαλυπτεις την πολη σου. Και να αναγνωριζεις σε αυτη τις διαφορες εποχες σου. Στα μικρα κομματια της, που τελικα ενωνονται, σαν τα κομματια ενος παζλ.

Κριμα που δεν μπορω απο εδω που ειμαι να σας ανεβασω φωτογραφιες, να σας δειξω τις μικρες γωνιες που τοσο καιρο δεν εβλεπα.
Αλλα δεν πειραζει, ολοι εχετε τις δικες σας.

[πολλες ανακαλυψεις αυτο το Πασχα. Εφυγα τωρα απο την Αθηνα μου, σταματησα τις "μεγαλες" ανακαλυψεις και εδω που ειμαι κανω αλλες. Κριμα που αυτες ειναι θλιβερες. Θελω να γυρισω πισω]

Monday, April 2, 2007

"La Mome" (La Vie en Rose), του Olivier Dahan

«Allez, venez, Milord!
Vous asseoir à ma table;
Il fait si froid, dehors,
Ici c'est confortable.
(..)
Allez, venez, Milord!
Vous avez l'air d'un môme!
(..)
Eh ben, voyons, Milord!
Souriez-moi, Milord!...
Mieux qu' ça! Un p'tit effort...
Voilà, c'est ça!
Allez, riez, Milord!
Allez, chantez, Milord!
La-la-la...
Mais oui, dansez, Milord!»

Ένας καμβάς άδειος. Και ριπές χρωμάτων: Πινελιές σκούρες, σκοτεινές.
Γκρίζες αποχρώσεις από τα παιδικά χρόνια της εγκατάλειψης, καφετιές στιγμές από το χώμα των δρόμων που τραγουδούσε για να επιβιώσει, σταχτί σαν τους καπνούς που την έπνιγαν στα υπόγεια πορνεία που πρωτοξεκίνησε, βαθύ, σκούρο κόκκινο σαν το αίμα που έχανε μέρα με τη μέρα ο φιλάσθενος οργανισμός της και βέβαια μαύρο -το μαύρο του πόνου, της δυστυχίας, της κραυγής μιας διαλυμένης καρδιάς.
Και η ένωση όλων αυτών;
Ένα κατακόκκινο τριαντάφυλλο.
Voilà le portrait d’ Edith Piaf, sans retouche..

Με αδρές γραμμές, ο σκηνοθέτης συνθέτει αυτό τον ιδιόμορφο πίνακα, αξιοποιώντας μεμονωμένα επεισόδια από τη ζωή της γαλλίδας τραγουδίστριας, χωρίς να χρησιμοποιεί ευθεία χρονική αφήγηση: το πινέλο τρέχει σε κάθε γωνιά του πίνακα, σε διάφορες στιγμές της ζωής της. Δεν πρόκειται για μια κλασική βιογραφία, δεν είναι μια απλή ταινία τεκμηρίωσης που περιγράφει τη ζωή της Πιαφ –είναι ένα έργο τέχνης που ζωγραφίζει με τις νότες των τραγουδιών της τον πίνακα της ζωής της.
Μιας ζωής πολυτάραχης, αν και σχετικά σύντομης. Ένα φιλάσθενο «σπουργιτάκι» (Piaf, στα γαλλικά σπουργίτι) που μόλις άνοιγε τα φτερά της στη σκηνή μεταμορφωνόταν κυριολεκτικά, παρασέρνοντας με την τόσο ιδιαίτερη φωνή της το κοινό, που δεν μπορούσε να διανοηθεί πως πίσω από αυτή τη συγκλονιστική παρουσία κρυβόταν ένας αδύναμος οργανισμός, που στεκόταν μετά βίας όρθιος με ενέσεις και αλκοολ, και μια πληγωμένη κοπέλα, που είχε δεχτεί απανωτά τα χτυπήματα της μοίρας και όμως συνέχιζε να χαμογελά, να μη μετανιώνει για τίποτε και να πιστεύει με πάθος στον έρωτα και σε μια vie en rose..

"Quand il me prend dans ses bras
Il me parle tout bas,
Je vois la vie en rose.

Il me dit des mots d'amour,
Des mots de tous les jours,
Et ca me fait quelque chose.
Il est entre dans mon coeur
Une part de bonheur
Dont je connais la cause.
C'est lui pour moi, moi pour lui
Dans la vie,
Il me l'a dit, l'a jure pour la vie.
Et des que je l'apercois
Alors je sens en moi
Mon coeur qui bat

Des nuits d'amour a ne plus en finir
Un grand bonheur qui prend sa place
Des enuis des chagrins, des phases
Heureux, heureux a en mourir"

Ίσως είναι οι αναμνήσεις από τα παιδικά τραγούδια, ίσως το γεγονός οτι το είδα με τον άνθρωπο που μου έμαθε την Πιαφ και την αγαπάει όσο τίποτε, ίσως είναι η ερμηνεία της Κοτιγιαρ.. Ίσως είναι όλα αυτά. Όταν πάντως μαύρισε η οθόνη, με τα δάκρυα στα μάτια, έκανα να χειροκροτήσω, κι ας μην ακολούθησε κανείς.
Γιατί ένιωθα σαν να ήμουν σε εκείνη την τελευταία της εμφάνιση στο Olympia, και την άκουγα να τραγουδά με τη φωνή να βγαίνει από τα βάθη της ψυχής της..

«Non, Rien De Rien,
Non, Je Ne Regrette Rien
Ni Le Bien Qu'on M'a Fait, Ni Le Mal
Tout Ca M'est Bien Egal

Non, Rien De Rien,
Non, Je Ne Regrette Rien
C'est Paye, Balaye, Oublie,
Je Me Fous Du Passe
Avec Mes Souvenirs
J'ai Allume Le Feu
Mes Shagrins, Mes Plaisirs,
Je N'ai Plus Besoin D'eux
Balaye Les Amours
Avec Leurs Tremolos
Balaye Pour Toujours
Je Reparas A Zero

Non, Rien De Rien,
Non, Je Ne Regrette Rien
Ni Le Bien Qu'on M'a Fait,
Ni Le Mal
Tout Ca M'est Bien Egal

Non, Rien De Rien,
Non, Je Ne Regrette Rien
Car Ma Vie, Car Me Joies
Aujourd'hui Ca Commence Avec Toi»

[οι στίχοι, από τα κομμάτια Milord, Je ne regrette rien, La vie en rose]