Sunday, September 30, 2007

Νύχτες Πρεμιέρας Vol. II


[Δεύτερο κατεβατό, κι όποιος αντέξει..!]

Πέμπτη 27/9
Control, του Anton Corbijn
Ένα φιλμ για τον τραγουδιστή των Joy Division, Ian Curtis. Ένα φιλμ για ένα καταραμένο σύμβολο μιας ολόκληρης γενιάς. Ένα φιλμ όμως που δεν πραγματεύεται την καταραμένη ιστορία ενός μουσικού, αλλά την τραγική ιστορία ενός εγκλωβισμένου ανθρώπου. Ενός ποιητή πραγματικού, που τον έπνιξε ο μεσοαστισμός και η μετριότητα, που τον συνέθλιψαν οι συμβάσεις, που δεν τον χώρεσε η πραγματικότητα. Ενός ανθρώπου που δεν άντεξε την πραγματικότητα όχι γιατί δεν ήθελε, μα γιατί δεν μπορούσε. Δεν επεδίωξε την κορυφή, δεν επεδίωξε την ένταση, τη φήμη, την κατάρα για να γίνει διάσημος. Επεδίωξε την ηρεμία, την απλότητα, την καθημερινότητα –μια καθημερινότητα όμως που απλά δεν τον χωρούσε. Και τον διέλυσε. Κι έτσι, έχασε τον έλεγχο. Μόλις στα 24 του χρόνια. Η μαυρόασπρη φωτογραφία, η εκπληκτική ερμηνεία του Σαμ Ράιλυ (και η ανατριχιαστική ομοιότητα με τον Ίαν Κέρτις), η σωστή δραματουργική επεξεργασία μιας ιστορίας που στα λάθος χέρια θα είχε γίνει ένα δακρύβρεχτο μελό ή μια βαρετή βιογραφία/αγιογραφία, οι σκηνές ανθολογίας -όπως η "κατινίστικη" σκηνή του love will tear us apart- και, βέβαια, το εκπληκτικό soundtrack δεν αφήνουν περιθώρια αντίδρασης. Και όταν, στην τελευταία σκηνή, ο καπνός χαθεί στην ατμόσφαιρα υπό τους ήχους του atmosphere, ίσως μπορέσετε να επανέλθετε στην πραγματικότητα. Που όμως, θα είναι λίγο διαφορετική από πριν. Γιατί για ένα διώρο, you lost control.

Assasins: A Film Concerning Rimbaud, του Todd Haynes
Η περίφημη «μυστική προβολή» ήταν ένα αφιέρωμα στον επίκαιρο Todd Haynes (με το δικό του, πολυαναμενόμενο «I’m not there» θα κλείσουν οι φετινές νύχτες), με τρεις μικορύ μήκους ταινίες του. Το «Assassins: A Film Concerning Rimbaud », το «Superstar: The Karen Carpenter Story» και το «Dottie Gets Spanked». Όλο το «μυστήριο» γύρω από την προβολή, έγινε γιατί το Superstar είναι σε όλο τον κόσμο απαγορευμένο, επειδή ο Haynes πήρε χωρίς δικαιώματα τη μουσική των Carpenters για να ντύσει μουσικά την ταινία. Έτσι το να τη δει κανείς στη μεγάλη οθόνη είναι από σπάνιο εως αδύνατο (όπως μας είπε η παραγωγός του Haynes, Christine Vachon, επιλέχθηκε η Ελλάδα για αυτή την πολύ ξεχωριστή -και κατά βάση απαγορευμένη- προβολή, γιατί είναι ούτως ή αλλώς μια χώρα.. lawless!). Όλα αυτά βέβαια είναι τα μόνα που μπορώ να αναφέρω για την ταινία, συν το γεγονός οτι όλοι οι ρόλοι πάιζονται από κούκλες Barbie, μιας και εντέλει ..δεν την παρακολούθησα! Μετά την προβολή του Assasins, έφυγα για να προλάβω την επόμενη ταινία στο Δαναό.
Το «Assassins: A Film Concerning Rimbaud», είναι η πρώτη ταινία του Todd Haynes που γύρισε στα 20 του χρόνια, και είναι εμπνευσμένη από τη ζωή του Ρεμπώ και τη σχέση του με τον Βερλαίν. Παρουσιάζει αποσπασματικά σκηνές από τη ζωή του, με συνειδητά επιτηδευμένο, προκλητικά καλλιτεχνικό τρόπο, επενδεδυμένα με σύγχρονο soundtrack και μια κάποια «αιρετική» ματιά. Προφανώς γοητευμένος από τη βλάσφημη, αντιδραστική φιγούρα που τον συνοδεύει, ο Ηaynes αφιερώνει τις εικόνες του με λατρεία στον καταραμένο ποιητή. Μια ταινία που πιο πολύ αφορά τους φαν του σκηνοθέτη, μια και ως η πρώτη του προσπάθεια είναι σπάνια να τη βρεις στο πανί και πλέον συλλέκτικής αξίας. Σε κάποιες σεκανς μπορεί κανείς να ανγνωρίσει το βλέμμα του Todd Haynes όπως τον γνωρίζουμε αργότερα.

Once, του John Carney
Μια μουσική ταινία κυριολεκτικά διαφορετική από τις άλλες, ένα μιούζικαλ του δρόμου, ένα boy-meets-girl love story τόσο ίδιο μα και τόσο διαφορετικό από τα άλλα. Μια πραγματικά φρέσκια ταινία, μια ειλικρινά ανθώπινη ρομαντική ιστορία και μερικά τραγούδια που τρυπώνουν κατευθείαν στην καρδιά. Ανεπιτήδευτη, γλυκιά, αντισυμβατική, πρωτότυπη, απλή και ουσιαστική, η πιο αγαπησιάρικη (όχι όμως με τη γλυκερή έννοια) ταινία της χρονιάς. Στους δρόμους του Δουβλίνου, ένας περιπλανώμενος μουσικός και μια μετανάστρια που πουλάει λουλούδια θα ενώσουν ασυναίσθητα το ταλέντο τους στη μουσική, μέσα σε μια βδομάδα δημιουργικής (και όχι αμιγώς ερωτικής) συνύπαρξης. Οι νότες, τα βλέμματα, οι περιπλανήσεις, οι κουβέντες, η μουσική και τα συναισθήματα σ’ένα ζευγάρι που προσπαθεί να αρνηθεί τη χημεία του, όμως αυτή ξεπηδάει από την οθόνη μέσα από τις χειροποίητες, σχεδόν ερασιτεχνικές εικόνες του John Carney και την ιδιαίτερη μουσική των Frames. Για αθεράπευτα ρομαντικούς αλλά και για κυνικούς, η feel good έκπληξη της χρονιάς που δεν ήθελα να τελειώσει.

Παρασκευή 29/9
Υπέροχη ζωή / Life can be so wonderful
Ένα οπτικοποιημένο ποίημα με πέντε στροφές –αυτός θα ήταν ένας λυρικός τίτλος για την πρώτη ταινία του Minorikawa Osamu. Βέβαια αυτό προϋποθέτει πως το ποίημα μπροεί να «διαβαστεί» και από αδαείς και μπορεί να αποκωδικοποιηθεί από τον ανυποψίαστο θεατή. Το συγκεκριμένο φιλμ, αποτελείται από πέντε κεφάλαια-ταινίες μικρού μήκους, που πραγματεύονται την καθημερινότητα διαφορετικών ανθρώπων στη σύγχρονη (;) Ιαπωνία, επικεντρώνοντας στις μικρές λεπτομέρειες που -θεωρητικά- χρωματίζουν τη ζωή. Εντέλει, η λυρικότητα του γίνεται κουραστική, και η απλότητά του μοιάζει απλοϊκή.

Το σκάφανδρο και η πεταλούδα
/ Le scaphandre et le Papilion
Ε, S, A, R, I, N, T... Κάποιες φορές ο κόσμος έρχεται ανάποδα με τέτοιο τρόπο που ακόμα και τα γράμματα της αλφαβήτου πρέπει να διαβάζονται διαφορετικά. Όπως ακριβώς συνέβη με την εξωπραγματική -όμως πέρα για πέρα αληθινή- ιστορία του Ζαν Ντομινίκ Μπομπί: Πριν 10 περίπου χρόνια, μετά από εγκεφαλικό, ο αρχισυντάκτης του γαλλικού “Elle” έμεινε απολύτως παράλυτος, όμως με πλήρη πνευματική και διανοητική διάυγεια και με μόνη του δυνατότητα να κουνάει το ένα του βλέφαρο. Κι όχι μόνο έζησε για κάμποσο καιρό σε αυτή την κατάσταση, καταφέρνοντας να επικοινωνήσει με τους γύρω του, αλλά έγραψε και αυτοβιογραφικό βιβλίο –με τη βοήθεια πάντα ειδικών γλωσσολόγων και λογοθεραπευτών που δημιούργησαν έναν ειδικό κώδικα επικοινωνίας μαζί του.
Έχοντας μια φυσική απέχθεια σε «ταινίες νοσοκομείου» (η βαριά ανάσα που ακούγεται μέσα από τους σωλήνες της τραχειεκτομής και οι εγχειρήσεις στα μάτια είναι κυριολεκτικά οι χειρότεροι εφιάλτες μου) και στα δακρύβρεχτα μελό, πήγα να δω την ταινία περισσότερο από περιέργεια και χωρίς μεγάλες προσδοκίες. Και προέκυψε τελικά μια από τις καλύτερες ταινίες του φεσtιβάλ. Με εκπληκτική σκηνοθεσία, βλέποντας τον κόσμο μέσα από τα μάτια του παράλυτου πρωταγωνιστή, και με πολύ σωστή διαχείριση της ιστορίας ωστε να μην γίνεται παρατραβηγμένο μελό, ο Julian Schnabel γύρισε μια πραγματικά ξεχωριστή ταινία –ύμνο στη ζωή. Ξεκινώντας την ιστορία του εγκλωβισμένος μέσα σ’ένα «σκάφανδρο» που τον βύθιζε όλο και πιο βαθειά μέσα στην άβυσσο την ανυπαρξίας ο Ζαν-Ντο Μπομπί βρήκε την ψυχική δύναμη -με την κατάλληλη αρωγή- να κρατηθεί απ’ο,τι ανθρώπινο είχε μέσα του και να μετατρέψει το αβυσσαλέο σκοτάδι που τον έπνιγε (η πρωτη κουβέντα που κατάφερε να εκφράσει ήταν «θέλω να πεθάνω»), σε μια πεταλούδα, που ταξίδευε με τη φαντασία του σε μέρη φωτεινά. Χωρίς να εκβιάζει το συναίσθημα, το δάκρυ, τον οίκτο του θεατή, χωρίς να σε τραβάει από το χέρι για να σου δώσει το χαρτμάντηλο της συγκίνησης ή ..το πλακατ υπερ της ευθανασίας, το «Σκάφανδρο και η πεταλούδα» είναι μια ταινία βαθιά ανθώπινη, που σου δίνει τελειώνοντας μια παράδοξη αλλά ολοκληρωτική αίσθηση αισιοδοξίας. Υπέροχο και το soundtrack.

Ζώνη άμυνας / La zona
Κοινωνική αλληγορία, φουτουριστικό θριλερ και υπαρξιακή αγωνία στη «ζώνη άμυνας». Στην καρδιά μιας πάμφτωχης (παραγκού)πολης του Μεξικό βρίσκεται η «La Zona»: περίκλειστη, μ’ενα τείχος να τη χωρίζει από τον κόσμο, είναι μια «προνομιούχος» περιοχή, ένα πλούσιο προάστιο που ζει με την ευτυχία και την κατάρα της απομόνωσής του. Κάμερες σε κάθε γωνιά του τείχους, εσωτερική αστυνόμευση και φαινομενική ηρεμία. Μέχρι που μια νυχτερινή καταιγίδα δημιουργεί μια ρωγμή στον τοίχο -και οι πρώτες ρωγμές αρχίσουν να δημιουργούνται και στην «ιδανική» πολιτεία της Ζώνης. Ένα πλήθος από εξαγορασμένες, ένοχες συνειδήσεις προσπαθούν να κρύψουν μια αλήθεια βουτηγμένη στο αίμα, να κρύψουν όπως όπως κάτω από τα παχιά χαλιά τις βρωμιές τους και να εξαφανίσουν τα πτώματα μέσα στο ιλλουστρε περιτύλιγμα. Όταν η αυτοπροστασία μετατρέπεται σε αυτοδικία και η αίσθηση ασφάλειας σε απειλή εγκλεισμού, τότε έχετε εισέλθει στη la zona. Ο κίνδυνος μεταμορφώνει τους φιλήσυχους πολίτες σε αιμοδιψή θηρία και ο φόβος απώλειας των κεκτημένων ξυπνά τα πιο άγρια ένστικτα, σ’ενα ζοφερό κυνήγι μέχρι τελική πτώσεως. Πανέξυπνη η κεντρική ιδέα και δυνατή η αλληγορία, υπάρχουν όμως κάποια μικροπροβλήματα στην ανάπτυξη της ιστορίας που σε στιγμές μπερδεύουν και κουράζουν το θεατή. Μια συνολικά όμως πολύ καλή ταινία, που αξίζει προσοχής (και διανομής).

5 comments:

kioy said...

Την καλησπέρα μου φίλτατη, δε μπορώ να εκφέρω άποψη για τις ταινίες που αναφέρεις, καθώς δυστυχώς δεν τις είδα, αλλά για το Υπέροχη ζωή έχω σαφής ενστάσεις! Τις διατύπωσα πιο εκτενή στο blog μου, νομίζω πως ήταν μια δυνατή νουβέλα-ταινία. Ίσως α μην αγγίζει με το φινάλε της κανένα είδος κάθαρσης, αλλά τουλάχιστον μέχρι την τέταρτη αφήγηση σε(με) αγγίζει με τρόπο που νιώθεις να την αγγίζεις εσύ πρώτος!
Για μένα το πρώτι δείγμα του ήταν πολύ θετικό, και ας δεν είδα καμία σύγχρονη Ιαπωνία, νομίζω πως είδα μια σπουδαία ποιητίκή αφήγηση!

Είδες πολλά ε? Και εγώ θα ήθελα να δω περισσότερα, αλλά τις κομβικές μέρες κάτι σύμβαινέ και περισσότερο αυτό τ κάτι ήταν η εξεταστική!
Έχρχεται πάντως και πανόραμα Ευρωπαϊκού κινηματογράφου...

neutrino said...

καλησπερα kioy!
διαβασα το κειμενο σου, και βλεπω τις ενστασεις σου, αλλα δεν μπορω να το δω διαφορετικα! αυτες τις λεπτομερειες της καθημερινοτητας, της "υπεροχης ζωης" δεν καταφερα να τις νιωσω. αντ'αυτου ειδα μια εμμονοληπτικη προσκολληση στη λεπτομερεια και μια επιτηδευμενη "καλλιτεχνικοτητα". δεν θελω να γενικευω για κατι που πιθανον ειναι δικη μου αδυναμια, αλλα εγω προσωπικα δεν μπορεσα να διαβασω αυτη την οπτικοποιηση του ποιηματος. ή μαλλον, τη διαβασα, αλλα δεν μπορεσε να με συνεπαρει. (για τη συγχρονη Ιαπωνια γι'αυτο εβαλα το ερωτηματικο, γιατι στην περιγραφη αναφεροταν η λεξη "συγχρονη" αλλα ουτε εγω την ειδα πουθενα!).

ειδα καμποσα (ευτυχως ξεμπλεξα απο την προηγουμενη εξεταστικη), αυριο ανεβαζω και την τελευταια φουρνια..

theachilles said...

Γεια σου Νετρίνα, καλά τα λέγαμε στις αίθουσες.

Για τον Rimbaud τα είπες όλα. Όσον αφορά το Superstar, έκατσα να το δω, αλλά μάλλον έπρεπε να είχα έρθει στο Once... Όπως λες και για το προηγούμενο, το The Caren Carpenter Story θα συγκινούσε περισσότερο τους οπαδούς του σκηνοθέτη που έτσι θα γνώριζαν μια σπάνια δημιουργία του, παρά οτιδήποτε άλλο.

Το Life can be beautiful ήταν τόσο άνισο. Η τέταρτη ιστορία ήταν για μένα καταπληκτική, οι υπόλοιπες από το μέτριο ως το καλό.

Όσο για το σκάφανδρο... Απρόσμενα υπέροχο, μαζί με τον Άντερσον και τον Μακένζι, οι ταινίες του φεστιβάλ για μένα.

Caesar said...

Ψηφίζω Once, για την ώρα :)
Αλλά δεν σε προλαβαίνω να σε διαβάζω. Απορώ πώς προλαβαίνεις τόσες προβολές:))
Πολλά φιλιά...

neutrino said...

καλησπερα αχιλλεα
πραγματι ωραια τα λεγαμε στις αιθουσες! χαιρομαι γι΄αυτα που λες για το Superstar γιατι μετα απ'ολο το σουσουρο και τη μυστικοπαθεια ειχα καποιες τυψεις που το εχασα. ευτυχως που το once ηταν τοσο υπεροχο που με εκανε να το ξεχασω :))
το σκαφανδρο πραγματικα υπεροχο. τι δεξιοτεχνια στην καμερα και στο συναισθημα. οσο για το you,the living ημουν ακομα στη δραμα, αλλα η ama films μας κατεστησε σαφες οτι θα το βγαλει στις αιθουσες με τοσα διαφημιστικα ;)))

καισαρα,
το θεμα δν ειναι οι προβολες (ας ηταν κι αλλες!), το θεμα ειναι ποτε να γραψω τα κατεβατα. και τα κοιταω τωρα πιο ηρεμα κι ολο βρισκω λαθη απο εδω κι απο εκει και γενικα δεν ειναι ο,τι πιο εμπνευσμενο εχω γραψει, αλλα τι να γινει, η ενημερωση των μπλογκοφιλων πανω απόλα ;))))