Διαβάζοντας τους τίτλους τέλους, χωρίς να έχω μετακινηθεί ούτε εκατοστό από τη θέση μου -νομίζω δεν είχα πάρει καν αναπνοή- έβλεπα τα γράμματα να πέφτουν: «As himself», μου υπενθύμιζαν, δίπλα σε πολλά ονόματα. Όχι, δεν ήταν διάσημα cameos που έριχναν λίγη από τη λάμψη τους σε αυτή την σκληρή και δυσπεπτη ταινία. Ήταν οι άνθρωποι που τα έζησαν, που συμμετείχαν σ’αυτά τα γεγονότα.
Δεν χρειάζονταν οι τίτλοι για να μου το υπενθυμίσουν. Ούτε να διαβάσω για άλλη μια φορά την ανεστραμμένη ημερομηνία 9/11 στα γράμματα του τέλους. Γιατί κάθε δευτερόλεπτο που την παρακολουθούσα, ήξερα πως αναφέρεται σε κάτι πραγματικό. Και το επαναλάμβανα στον εαυτό μου, μήπως και το συνηθίσει.
Απομαγνητοφωνημένες συνομιλίες, μαύρα κουτιά, πλάνα ειδήσεων.
Και εγω για άλλη μια φορά στην απέναντι πλευρά της οθόνης να κοιτάω με ανοιχτό το στόμα. Και να μην το πιστεύω. Για άλλη μια φορά.
Όπως εκείνο το μεσημέρι, που τρώγοντας το μεσημεριανό μου μπροστά στην τηλεόραση, έβλεπα τους συγκεχυμένους και τρομοκρατημένους τίτλους να περνάνε μπορστά στην οθόνη μαζί με πρωτόγνωρες εικόνες που, μαζί με τα δράματα που ακολούθησαν (και εξακολουθούν), λίγο καιρό αργότερα θα γίνονταν αυτονόητο μέρος της συλλογικής μνήμης: Σα να γεννηθήκαμε έχοντας αυτές τις εικόνες σφηνωμένες στο μυαλό μας. Έχοντας αυτή την αντίληψη για τον κόσμο. Σαν να μην υπήρχε ο κόσμος πριν.
Έχουν περάσει 6 χρόνια. Πολύ μικρό διάστημα για να γυρίσεις πίσω και να μπορέσεις να δεις κάτι τέτοιο αντικειμενικά. Ήδη έχουν πέσει πολλοί στην παγίδα. Γιατί δεν είναι μόνο το ίδιο το γεγονός. Είναι η οπτική. Είναι η ίδια η αντίληψη μας για τον κόσμο. Mετά από εκείνη την ημέρα -και δεν είναι απλά μια φράση κλισε-, βλέπουμε τα πάντα διαφορετικά. Σχεδόν μανιχαϊστικά. Οι μεν δαιμονοποιούν τους δε, σαν να ήταν από πάντα έτσι, σαν να υπήρχε μια προαιώνια διαμάχη Καλού και Κακού.
Ο Greengrass δεν το έκανε. Γύρισε στο σημείο μηδέν, σε εκείνη τη μέρα που ο κόσμος άριχσε να βλέπει τα πάντα διαφορετικά και τον κοίταξε όπως πριν. Σαν να συμβαίνουν τα πάντα για πρώτη φορά μπροστά στην κάμερά του, σαν ντοκυμανταιρ: Πλήρως αποδραματοποιημένη, χωρίς μουσική υπόκρουση, η κάμερά του παρακολουθεί σαν εξωτερικός παρατηρητής. Σαν να μην ξέρουμε τι πρόκειται να συμβεί. Όπως τότε, όπως πριν. Οι Άραβες δεν αντιμετωπίζονται καχύποπτα, σαν υποψήφιοι τρομοκράτες στο αερδρόμιο, ούτε από τους συνεπιβάτες τους. Η αεροπειρατεία και η τρομοκρατία μοιάζουν έννοιες πρωτόγνωρες στο κέντρο ελέγχου.
Υπάρχει ακόμα μια «προτρομοκρατική αθωότητα» που πλεον δεν μπορούμε ούτε καν να διανοηθούμε. Και ο Greengrass, μόλις μια 5ετία μετά, το καταφέρνει. Διαλέγει τον άσημο δευτεραγωνιστή, το τραγικό United 93 που δεν έφτασε στο στόχο του, και διηγείται όλη την ιστορία από εξωτερική σκοπιά. Σε μια εποχή προπαγάνδας και τρομολαγνείας εκατέρωθεν, ο Greengrass προσπαθεί να ελαχιστοποιήσει τις μεγαλοστομίες και να απογυμνώσει μια αλήθεια, με όσα κομμάτια του παζλ μπόρεσε να περισυλλέξει κάτω από τα συντρίμια του United 93.
«Μαμά να ξέρεις ότι σε αγαπάω. Αντίο».
Όταν ακούς αυτή τη φράση στη διάρκεια μιας ταινίας, ευελπιστείς αρχικά πως το τέλος θα είναι διαφορετικό. Πως ο σκηνοθέτης με λίγη τραγική ειρωνία θα φέρει τελικά τη λύτρωση. Ή πως τουλάχιστον σε προετοιμάζει κάπως για το τραγικό τέλος. Και βγάζεις τα χαρτομάντηλα. Και δακρύζεις.
Όταν όμως γνωρίζεις ποιό θα είναι το τέλος, σωπαίνεις. Και όταν γνωρίζεις πως αυτό συνέβη πραγματικά, κλαις. Χωρίς να προλάβεις να πάρεις χαρτομάντηλα.
Γιατί παρακολυθείς το United 93 στην τελευταία του πτήση.
Saturday, February 24, 2007
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
1 comment:
Συμφωνώ απόλυτα με τον τρόπο που είδες την ταινία. Πολύ μεγάλος ουμανιστής ο Greengrass, όχι αηδίες.
Post a Comment